Η κατάργηση των Λατινικών: Audiaturet altera pars*
Ο υπουργός, καταρχάς, αμφισβήτησε τη χρησιμότητα των Λατινικών ως γνωστικού αντικειμένου της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε ότι τα Λατινικά ποτέ δεν ήταν ενταγμένα στη γενικότερη ύλη του Λυκείου, αλλά διδάσκονταν ως μάθημα μιας συγκεκριμένης Κατεύθυνσης και αφορούσαν ορισμένους μόνο μαθητές. Επομένως, η κατάργησή τους από το σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων σημαίνει ουσιαστικά τον εξοβελισμό τους από το Λύκειο. Βέβαια, δεν είναι σωστό η αξία και η χρησιμότητα ενός μαθήματος να κρίνονται μονάχα από το αν εξετάζεται ή όχι στις πανελλαδικές εξετάσεις. Η διδασκαλία των Λατινικών, όπως θα δείξουμε στη συνέχεια, μπορεί να συμβάλει στην ολόπλευρη ανάπτυξη της σκέψης και της προσωπικότητας του μαθητή. Αυτό θα πρέπει να είναι το κριτήριο για να συμπεριληφθεί σε ένα προοδευτικό Πρόγραμμα Σπουδών.
Επειτα, ο κ. υπουργός υποστήριξε «ότι τα Λατινικά, όπως διδάσκονται, δεν παίζουν κανέναν εκπαιδευτικό ρόλο πέρα από το να είναι ένα μάθημα που βασίζεται εξ ολοκλήρου στην αποστήθιση και συμβάλλει σε μια τεχνητή αύξηση των βάσεων του 1ου επιστημονικού πεδίου».Αναρωτιέται κανείς σε ποια επιστημονική βάση στηρίζεται η άποψη ότι η στείρα διδασκαλία ενός μαθήματος συνεπάγεται και την κατάργησή του. Με αυτό το σκεπτικό, το υπουργείο θα έπρεπε να καταργήσει, για παράδειγμα, και τη Βιολογία, αφού κι αυτή, με τον τρόπο που διδάσκεται και εξετάζεται, βασίζεται στην παπαγαλία και ανεβάζει τις βάσεις για την εισαγωγή στην Ιατρική Σχολή. Εξάλλου, στην παπαγαλία καταλήγουν όλα τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα τα οποία βασίζονται κυρίως στη θεωρία, όπως άλλωστε συνέβαινε και με την Κοινωνιολογία, όταν εξεταζόταν με το σύστημα των Δεσμών. Ακόμη και το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας δεν έχει μείνει αλώβητο, αφού είναι γνωστό ότι οι μαθητές πηγαίνουν στις εξετάσεις έχοντας αποστηθίσει μοντέλα εκθέσεων. Επομένως, η λογική αυτή δεν είναι μόνο ανερμάτιστη αλλά και επικίνδυνη, γιατί δίνει άλλοθι για την κατάργηση και άλλων μαθημάτων, ενώ ταυτόχρονα οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια όχι μόνο στην υποβάθμιση αλλά, το κυριότερο, στην απαξίωση της Παιδείας. Αλλωστε, είναι φανερό από τις εξαγγελίες του υπουργείου ότι τα μαθήματα Γενικής Παιδείας περιορίζονται δραστικά σε ένα minimum γνώσεων.
Ας δούμε τώρα πιο συγκεκριμένα το πρόβλημα της κατάργησης των Λατινικών. Εχουν θέση στο σύγχρονο σχολείο ή είναι μια νεκρή γλώσσα που ενδιαφέρει μόνο κάποιους ιδιόρρυθμους λόγιους; Η απάντηση στο ερώτημα δεν είναι εύκολο να καλύψει όλες τις διαστάσεις του προβλήματος σε ένα σύντομο κείμενο. Ωστόσο, μακριά από οποιαδήποτε ιδεαλιστική και μεταφυσική προσέγγιση, δύσκολα μπορούμε να αμφισβητήσουμε το γεγονός ότι η λατινική γλώσσα και γραμματεία είναι οι σημαντικότερες εκφάνσεις του ρωμαϊκού πολιτισμού, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ιστορική και πολιτιστική εξέλιξη της Νεότερης Ευρώπης. Πέρα από το γεγονός ότι η λατινική γλώσσα είναι η βάση πάνω στην οποία θεμελιώθηκαν οι νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, η ρωμαϊκή Ιστορία, όπως αυτή αποτυπώθηκε στα κείμενα της λατινικής γραμματείας, υπήρξε σημαντική πηγή έμπνευσης για τη νεότερη ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Η σαιξπηρική τραγωδία είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Τραγωδίες όπως ο «Ιούλιος Καίσαρας», ο «Κοριολανός», ο «Τίτος Ανδρόνικος», αναδεικνύοντας τις τραγικές συνέπειες της τυραννίας και της δίψας για την εξουσία, είναι ακόμη επίκαιρες και προβληματίζουν τον σύγχρονο θεατή.
Οσον αφορά την ίδια τη λατινική γλώσσα, είναι λάθος να πιστεύουμε ότι έχει περάσει στην ανυπαρξία. Επιβιώνει σε λέξεις και φράσεις που καθημερινά χρησιμοποιούμε, χωρίς να συνειδητοποιούμε τις περισσότερες φορές τι ακριβώς λέμε: Εκφράσεις όπως mea culpa, persona non grata, tabula rasa και πρόσφατα το περίφημο erga omnes. Από την άλλη, η σύγχρονη πολιτική ορολογία σε ένα μεγάλο βαθμό βασίζεται σε λέξεις λατινικές. Ο ιμπεριαλισμός, για παράδειγμα, παράγεται από το ουσιαστικό imperium που δηλώνει τον επεκτατικό χαρακτήρα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο κομμουνισμός από το επίθετο communis που σημαίνει κοινός, η δικτατορία από το ουσιαστικό dictator, που δηλώνει το αξίωμα που έδιναν οι Ρωμαίοι, σε δύσκολες περιστάσεις, σε έναν στρατηγό ο οποίος για έξι μήνες είχε απεριόριστη εξουσία και κυβερνούσε ως απόλυτος μονάρχης, κ.ά. Εχει επομένως μεγάλη σημασία να χρησιμοποιούμε τη γλώσσα ενσυνείδητα και να κατανοήσουμε ότι οι λέξεις δεν είναι απλώς ηχητικά σχήματα, αλλά πάνω απ' όλα είναι φορείς νοημάτων τα οποία προσδιορίζονται ιστορικά και κοινωνικά, ενώ ταυτόχρονα αποκαλύπτουν την πορεία της ανθρώπινης σκέψης και του πολιτισμού.
Η διδασκαλία της λατινικής γλώσσας, με τις πολιτισμικές και γλωσσικές της επιβιώσεις, μπορεί να συμβάλει στη γλωσσική ανάπτυξη και τη συγκρότηση της σκέψης των μαθητών, ενώ συγχρόνως μπορεί να διευρύνει τον γνωστικό τους ορίζοντα, υπό τον όρο ότι θα αναμορφωθεί η διδασκαλία της στη βάση μιας νέας διαλεκτικής διδακτικής, η οποία θα έχει ως κύριο στόχο να αναδείξει την ιστορική σημασία και τη δυναμική της λατινικής γλώσσας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την ουσιαστική μελέτη της δομής και του λεξιλογίου της, τη σύνδεσή της με σημαντικά κείμενα της λατινικής γραμματείας τα οποία επέδρασαν στη διαμόρφωση της νεότερης ευρωπαϊκής σκέψης, και, το σημαντικότερο, την ένταξη της διδασκαλίας της στο ευρύτερο πλαίσιο της ρωμαϊκής Ιστορίας και του ρωμαϊκού πολιτισμού.
* Ας ακουστεί και η άλλη πλευρά
Επίτιμη σχολική σύμβουλος φιλολόγων, οργανωτική γραμματέας της ΠΕΦ