Άρθρο στο Ριζοσπάστη: Αδιέξοδα για εκπαιδευτικούς και σχολεία
Μιλούν στον «Ρ» εκπαιδευτικοί που εργάζονται ως αναπληρωτές
Χιλιάδες εκπαιδευτικοί εργάζονται και ζουν σε καθεστώς περιπλάνησης κάθε χρόνο καλύπτοντας πάγιες ανάγκες της εκπαίδευσης. Η επέκταση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων στην εκπαίδευση, με αναπληρωτές που προσλαμβάνονται το φθινόπωρο, απολύονται το καλοκαίρι, με άγνωστο το αν και πού θα εργαστούν την επόμενη χρονιά, έχει πολλαπλές επιπτώσεις και στη ζωή των ίδιων και στην εκπαιδευτική διαδικασία, αναδεικνύοντας την αναγκαιότητα για μόνιμο προσωπικό στα σχολεία που θα εξασφαλίσει το δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή δουλειά και λειτουργία των σχολείων.
Σήμερα, αντί ο ρόλος του αναπληρωτή εκπαιδευτικού να είναι αυτός που υποδηλώνει η λέξη, δηλαδή η προσωρινή αντικατάσταση των μόνιμων εκπαιδευτικών που θα έπρεπε να απουσιάσουν από το σχολείο λόγω ασθένειας, λόγω εγκυμοσύνης ή άλλων λόγων, υποκαθιστά το μόνιμο εκπαιδευτικό. Δηλαδή εκπαιδευτικοί που θα έπρεπε να εργάζονται με καθεστώς μονιμότητας για να καλύπτουν τις ανάγκες, εργάζονται με ελαστικές εργασιακές σχέσεις.
Για την κατάσταση που βιώνουν χιλιάδες εκπαιδευτικοί για πολλά χρόνια δουλεύοντας με ελαστικές εργασιακές σχέσεις μιλούν στον «Ρ» ο Ανδρέας Καργόπουλος, χημικός, αναπληρωτής στη Ζάκυνθο από πέρσι, ο Νίκος Βουρδουμπάς, δάσκαλος, που έχει τοποθετηθεί από πέρυσι στην Κρήτη και η Λίτσα Σούρλα, αναπληρώτρια σε Ειδικό Σχολείο στην Αττική.
Με μια βαλίτσα στο χέρι
«Εχουν να γίνουν μαζικοί διορισμοί 7 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι έχουν βγει στη σύνταξη 19.000 συνάδελφοι περίπου και έχουν προσλάβει μόνο 1.000. Αρα δημιουργούνται κενά για 18.000 που δεν αναπληρώθηκαν. Σήμερα οι ανάγκες στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση με βάση τους υπολογισμούς του υπουργείου είναι 25.000 και φτάσαμε να προσεγγίσουμε τις 20.000. Εφτασαν να προσλαμβάνονται αναπληρωτές από τις 29 Σεπτέμβρη σε διάφορες φάσεις μέχρι τις αρχές Νοέμβρη», σημειώνει ο Ανδρέας Καργόπουλος.
«Στην Πρωτοβάθμια ο μέσος όρος ηλικίας των αναπληρωτών είναι 35-45 χρονών, που σημαίνει άνθρωποι με οικογένειες από τις οποίες πολλοί αναγκάζονται να ζουν μακριά. Υπάρχουν περιπτώσεις εκπαιδευτικών που βλέπουν τις οικογένειές τους, τα παιδιά τους μία φορά το μήνα, γιατί δεν έχουν και τη δυνατότητα να πληρώσουν περισσότερα για μετακίνηση. Υπάρχει περίπτωση μητέρας που έχει φέρει στην περιοχή τοποθέτησής της το ένα παιδί και το άλλο ζει σε άλλη πόλη με τον πατέρα του.
Οι εκπαιδευτικοί αυτοί είναι με μια βαλίτσα στο χέρι περιμένοντας την πρόσληψή τους και μπορεί μέσα σε τρεις μέρες ή λιγότερο να κληθούν να πάνε οπουδήποτε στην Ελλάδα γιατί δεν είναι εύκολο να υπολογίσεις πού θα σε τοποθετήσουν. Δεν είναι σαν τις μεταθέσεις των μόνιμων εκπαιδευτικών, αφού είναι πολύ πιθανό να δηλώσεις μία περιοχή, να μη βγει κενό σε αυτή και να μείνεις χωρίς δουλειά. Οπότε δηλώνεις και άλλες περιοχές», σημειώνει ο Ανδρ. Καργόπουλος.
Δυσβάσταχτο το κόστος
Ο αναπληρωτής παίρνει από 880 μέχρι 1.000 ευρώ για 7-8 μήνες το χρόνο. Τον υπόλοιπο χρόνο παίρνει επίδομα ανεργίας, το οποίο μπορεί να μην πάρει ολόκληρο αν προσληφθεί αργά μέσα στη χρονιά και αν έχει επιδοτηθεί εντός τετραετίας πάνω από 400 ημέρες.
Κάποιος με 880 ευρώ μισθό και σε σχολείο σε άλλη πόλη από το σπίτι του, δίνει το 70% από αυτά σε ενοίκιο, λογαριασμούς, μετακινήσεις. «Πρέπει να βρει σπίτι, να κάνει ενδεχομένως αγορές, να πληρώσει νοίκια μπροστά για να ξεκινήσει να πληρωθεί ενάμιση μήνα μπροστά από όταν ξεκινήσει τη δουλειά του», περιγράφει ο Νίκος Βουρδουμπάς αυτό που πολλοί αναπληρωτές κάνουν με την τοποθέτησή τους, όταν δηλαδή αναγκάζονται να ανοίγουν ένα ακόμα σπιτικό μακριά από το σπίτι τους.
Η εξασφάλιση σίτισης και μεταφοράς για τους αναπληρωτές είναι ζήτημα επιβίωσης. Τα τελευταία χρόνια, κάτω από την πίεση των εκπαιδευτικών, έχει εξασφαλιστεί σίτιση σε λέσχες του στρατού. Στη Ζάκυνθο, όπου δεν υπάρχει λέσχη, 45 αναπληρωτές εκπαιδευτικοί έκαναν αίτηση για σίτιση στο Κοινωνικό Μαγειρείο και ενημερώθηκαν ότι θέσεις υπάρχουν για 20 από αυτούς.
Οι αναπληρωτές δεν έχουν πλήρη ασφαλιστικά δικαιώματα και οι συνομιλητές μας μας μιλούν για περιπτώσεις συναδέλφων τους που προτιμούν να πάνε στο σχολείο άρρωστοι από το να κινδυνέψουν να μην προσληφθούν την επόμενη χρονιά. «Υπήρξε περιστατικό με αναπληρώτρια που έσπασε το πόδι της στο σχολείο και επειδή δούλευε 10 μέρες - ήταν η δέκατη μέρα - δεν δικαιούται να πληρωθεί από το ΙΚΑ. Πρέπει να δουλεύεις 10 μέρες και 1 ώρα», σημειώνει η Λίτσα Σούρλα, περιγράφοντας τα αδιέξοδα που δημιουργούνται για τους εκπαιδευτικούς.
Σε ό,τι αφορά την άδεια λοχείας, οι αναπληρώτριες δικαιούνται 56 μέρες πριν τον τοκετό και 63 μέρες μετά, χωρίς εξασφάλιση άδειας ανατροφής τέκνων όπως ισχύει για τους μόνιμους συναδέλφους τους. Η επιλογή είναι είτε τετράμηνη άδεια χωρίς αποδοχές είτε επιστροφή στη δουλειά, είτε άρνηση της πρόσληψης που σημαίνει ότι μπορεί να μείνουν εκτός εκπαίδευσης.
Στα προβλήματα προστίθεται και η μη σταθερή και έγκαιρη καταβολή του μισθού, που κατά καιρούς έχει καθυστερήσει από μέρες μέχρι και δίμηνο, εντείνοντας όλα τα προηγούμενα.
Οι μαθητές πληρώνουν την αδιοριστία
«Η κατάσταση αυτή για τα σχολεία σημαίνει χιλιάδες χαμένες διδακτικές ώρες, κενά ακόμα και σε πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα. Στην αρχή της χρονιάς δεν υπάρχουν φιλόλογοι και μαθηματικοί να εξετάσουν τους μετεξεταστέους, πάνε από άλλα σχολεία». «Ο Σύλλογος δεν μπορεί να λειτουργήσει. Υπάρχουν Σύλλογοι που αλλάζει η σύνθεσή τους κατά 60-70% κάθε χρόνο. Αν δεν υπάρχει μια σταθερότητα, δεν μπορεί να υπάρχει και σχεδιασμός στο σχολείο», αναφέρει ο Ανδρ. Καργόπουλος.
«Υπάρχει το φαινόμενο σχολεία μονοθέσια ουσιαστικά να μη λειτουργούν. Ενας δάσκαλος έχει όλες τις τάξεις με ό,τι αυτό συνεπάγεται, από την Πρώτη Δημοτικού, που τα παιδιά κάνουν τα πρώτα βήματα, μέχρι την Εκτη Δημοτικού και παιδιά με Ειδικές Ανάγκες. Επίσης δεν έχουν λειτουργήσει τα ολοήμερα, αυτό έχει συνέπειες και στα παιδιά και στους εργαζόμενους γονείς που δεν έχουν τι να κάνουν τα παιδιά τους», σημειώνει ο Νίκος Βουρδουμπάς και αναφέρεται στο παράδειγμα της Κρήτης που φέτος στην αρχή της χρονιάς πάνω από 100 σχολεία είχαν ούτε τους μισούς δασκάλους, πέντε έξι από αυτά ήταν μόνο με το διευθυντή, ενώ τα κενά ουσιαστικά καλύφθηκαν με την τρίτη φάση προσλήψεων του Νοέμβρη.
«Στην Ειδική Αγωγή, η κατάσταση των παιδιών και των οικογενειών τους είναι πάρα πολύ δύσκολη. Μιλάμε για παιδιά με σοβαρές αναπηρίες που θέλουν πρόγραμμα που να υλοποιείται από συγκεκριμένο άτομο που δεν θα αλλάζει κάθε χρόνο γιατί δεν μπορούν να το μάθουν. Η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη και χρόνο με το χρόνο χειροτερεύει. Φέτος τα σχολεία λειτούργησαν στις 8 Οκτώβρη που κάλεσαν τους πρώτους για να παρουσιαστούν στις Διευθύνσεις, δηλαδή ένα μήνα τα παιδιά ήταν σπίτι τους και δεν έχουν καλυφθεί όλα τα κενά. Ειδικά στην περιοχή του Πειραιά και της Αττικής, που υπήρχε πρόβλημα με τις πιστώσεις του ΕΣΠΑ και χρησιμοποιήθηκε το ΠΔΕ, σε όλα τα σχολεία σχεδόν έκοψαν από έναν με δύο εκπαιδευτικούς Ειδικής Αγωγής». Οπως σημειώνει, «στα περισσότερα σχολεία αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα μέχρι το Δεκέμβρη να είμαστε σε ένα κλίμα έντασης γιατί τα παιδιά βλέπουν έναν άγνωστο και όσο πιο αργά πάνε οι αναπληρωτές τόσο παρατείνεται και το διάστημα που πρέπει να προσαρμοστεί το παιδί, να σε μάθει, να σε συνηθίσει, να αναπτύξει μια σχέση εμπιστοσύνης και αντίστοιχα και ο γονιός». Οι καθυστερήσεις στις προσλήψεις αναπληρωτών έχουν ως αποτέλεσμα τα παιδιά να μένουν σπίτι, κλεισμένα μαζί με τους γονείς τους. Αυτό είναι ένα καθεστώς που επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο, αφού μόνιμοι εκπαιδευτικοί δεν υπάρχουν για να καλύψουν όλες τις ανάγκες. Είναι χαρακτηριστικό ότι κανένας από τους αποφοίτους των δύο πανεπιστημιακών τμημάτων που από το 2002 βγάζουν ειδικευμένους στην Ειδική Αγωγή δεν έχει προσληφθεί.
Ο δρόμος της αγωνιστικής διεκδίκησης
«Δουλεύεις για να εξασφαλίσεις ότι θα σε προσλάβουν και τον επόμενο χρόνο και αν γίνουν διορισμοί θα μετρήσει η προϋπηρεσία», σημειώνει ο Νίκος Βουρδουμπάς στην ερώτηση με ποια προοπτική αντιμετωπίζουν οι αναπληρωτές αυτή την ταλαιπωρία επί χρόνια. «Υπάρχουν ειδικότητες που δεν μπορούν να απασχοληθούν εκτός εκπαίδευσης, όπως δάσκαλοι και ανάγκες υπάρχουν», σημειώνει ο Ανδρ. Καργόπουλος.
Σε αυτές τις συνθήκες γεννήθηκε η Πρωτοβουλία Αναπληρωτών - Ωρομισθίων, προβάλλοντας την ανάγκη συλλογικής δράσης μέσα από τα σωματεία και προκειμένου οργανωμένα οι εκπαιδευτικοί να διεκδικήσουν, όσο υπάρχει αυτό το καθεστώς, πιο συγκεκριμένα ζητήματα όπως σταθερή καταβολή του μισθού στο τέλος κάθε μήνα, την απόδοση όλων των δεδουλευμένων, επιδότηση ενοικίου και θέρμανσης, εξασφάλιση δωρεάν μεταφοράς από και προς τον τόπο διαμονής και εργασίας, επιδότηση όλων των αναπληρωτών με επίδομα ανεργίας στα 600 ευρώ, χωρίς όρους και προϋποθέσεις και για όσο διάστημα διαρκεί η ανεργία, πλήρη δικαιώματα των αναπληρωτών εκπαιδευτικών σε περίπτωση ασθένειας, αναγνώριση της εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας για όλη τη διάρκεια της αναρρωτικής τους άδειας, άδεια ανατροφής τέκνων σε όλους τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς, όπως ισχύει και στους μόνιμους, να αντιστοιχεί ένας εκπαιδευτικός παράλληλης στήριξης σε κάθε παιδί, όπως παλιότερα.
Η κίνηση αυτή, που από την πρώτη στιγμή βρήκε ανταπόκριση - 1.500 υπογραφές συγκεντρώθηκαν στο υπόμνημα με τα αιτήματά της - έρχεται σε ένα τοπίο που διαμόρφωσαν οι πολιτικές στην εκπαίδευση όλα αυτά τα χρόνια. Στους εκπαιδευτικούς που προσδοκούν και δικαιούνται μόνιμο διορισμό και ανήκουν σε διάφορες «κατηγορίες» 24μηνης προϋπηρεσίας, επιτυχόντων ΑΣΕΠ, 30μηνης προϋπηρεσίας κλπ. και που δουλεύουν χρόνια ως αναπληρωτές η Πρωτοβουλία προβάλλει το αίτημα για μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων στην εκπαίδευση χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Σε συνθήκες που ένας κόσμος νιώθει πως το γεγονός ότι δουλεύει, ακόμα και με αυτούς τους όρους, και δεν είναι άνεργος όπως ο διπλανός του, τον καλεί σε δράση και διεκδίκηση μέσα από πολύμορφες κινητοποιήσεις που έχουν αναπτυχθεί όλο αυτό το διάστημα.