Ε.Ε. : Κλείνει ο δρόμος για την απεξάρτηση...
«Η τοξικοεξάρτηση είναι χρόνια υποτροπιάζουσα νόσος». «Αποτελεί θέμα δημόσιας υγείας». «Πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν οποιαδήποτε άλλη χρόνια διαταραχή». Τα παραπάνω περιλαμβάνονται στις στρατηγικές πολιτικές των ΗΠΑ, της ΕΕ, του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών για τα ναρκωτικά. Η ιδεολογική σύμπνοια που διέπει την υποτιθέμενη «αντιναρκωτική» πολιτική και προπαγάνδα εκεί όπου θεριεύει η βαρβαρότητα και η καταστολή, αποτελεί τον κανόνα για τη μετατροπή ενός πολύπλοκου φαινομένου με κοινωνικές, οικονομικές, ψυχολογικές και πολιτιστικές παραμέτρους σε πρόβλημα ιατρικής φύσης, γονιδιακής επιπλοκής, βιολογικής ανεπάρκειας.
Πάνω σε αυτή τη βάση, την ιατρικοποίηση του προβλήματος, πατάει η πριμοδότηση της υποκατάστασης, η οποία κυριαρχεί σε όλες τις χώρες της Ευρώπης σε βάρος της απεξάρτησης, σε όλα τα κράτη - μέλη της EΕ καλύπτοντας πάνω από τα 2/3 των προγραμμάτων, ενώ τα «στεγνά» προγράμματα καλύπτουν μόλις το 1/3 των θέσεων θεραπείας.
Χαρακτηριστικά είναι όσα αναφέρονται στην Ετήσια Εκθεση «για την κατάσταση του προβλήματος των ναρκωτικών στην Ευρώπη», όπως παρουσιάζονται από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας (ΕΚΠΝΤ):
- Το 2009, 98.000 χρήστες (24% του συνόλου) που ξεκίνησαν θεραπεία σε 26 χώρες της Ευρώπης δήλωσαν ως κύρια ουσία κατάχρησης την κάνναβη, ποσοστό που την καθιστά τη δεύτερη πιο συχνά δηλωνόμενη ουσία μετά την ηρωίνη. Πάνω από το 1/5 (δηλαδή 78 εκατομμύρια άνθρωποι) όλων των Ευρωπαίων, ηλικίας 15 - 64 ετών, έχουν κάνει χρήση κάνναβης τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους.
- Η συστηματική χρήση κάνναβης στην εφηβεία ενδέχεται να έχει αρνητικές συνέπειες στην ψυχική υγεία κατά τη νεανική ηλικία, καθώς υπάρχουν ενδείξεις για αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης ψυχωσικών συμπτωμάτων και διαταραχών, ο οποίος αυξάνεται ανάλογα με τη συχνότητα χρήσης.
- Περισσότεροι από τους μισούς χρήστες οπιοειδών στην Ευρώπη βρίσκονται σε προγράμματα υποκατάστασης. Συγκεκριμένα, το 2009 από τους 1.300.000 χρήστες οπιοειδών στην Ευρώπη, τουλάχιστον οι 700.000 χρήστες είναι σε προγράμματα υποκατάστασης (όπου χορηγούνται μεθαδόνη και βουπρενορφίνη κ.ά., συνθετικά οπιοειδή, εξαρτησιογόνα και δυνητικά θανατηφόρα).
- Στη Φινλανδία το 58% των χρηστών που ξεκινούν θεραπεία αναφέρουν ως κύρια ουσία κατάχρησης τη βουπρενορφίνη (ένα από τα δύο υποκατάστατα που χορηγούνται και στη χώρα μας από τα δημόσια νοσοκομεία ως... «φαρμακευτική θεραπεία»), στην Τσέχικη Δημοκρατία οι χρήστες βουπρενορφίνης αγγίζουν το 40%. Σημαντικό ποσοστό των χρηστών δηλώνουν ως κύρια ουσία κατάχρησης τη μεθαδόνη και τη μορφίνη στην Αυστρία, στη Γαλλία, στη Δανία, στη Σλοβακία και στη Σουηδία.
- Αυτή τη στιγμή η παράνομη χρήση συνθετικών οπιοειδών στην Ευρώπη φαίνεται να συνίσταται κυρίως σε χρήση υποκατάστατων τα οποία εκτρέπονται από τα προγράμματα υποκατάστασης.
- Η μεθαδόνη ανιχνεύεται συχνά στις τοξικολογικές αναλύσεις σε θανάτους που συνδέονται με τη χρήση ναρκωτικών και ενίοτε ταυτοποιείται ως αιτία θανάτου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ηΕσθονία, όπου οι περισσότεροι οφειλόμενοι στα ναρκωτικά θάνατοι το 2009 - όπως και τα προηγούμενα έτη - οφείλονται σε μεθαδονούχα, συνθετικά οπιοειδή.
Την ίδια στιγμή τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλα κράτη προωθούνται πολιτικές νομιμοποίησης της χρήσης ναρκωτικών ουσιών, με βομβαρδισμό ιδεολογημάτων όπως το χασίς είναι αθώο και όχι εξαρτησιογόνο, η αποποινικοποίηση μονόδρομος, τα υποκατάστατα εκλεκτή θεραπευτική προσέγγιση, η «αρρώστια» της ουσιοεξάρτησης υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει... Στη χώρα μας τα στεγνά προγράμματα, όπως το ΚΕΘΕΑ, οδηγούνται σε λουκέτο, τα Κέντρα Πρόληψης αιμορραγούν οικονομικά, οι εργαζόμενοι απειλούνται με εργασιακή εφεδρεία. Αυτό που διακυβεύεται όμως δεν είναι μόνο συνθήκες και θέσεις εργασίας, αλλά η ίδια η δυνατότητα πρόσβασης των χρηστών που αποφασίζουν να απεξαρτηθούν, σε φροντίδα, υποστήριξη και τελικά, θεραπεία.
Από τα παραπάνω στοιχεία επιβεβαιώνεται: Η κάνναβη και επικίνδυνη είναι και εξαρτησιογόνα ουσία. Καμιά θεραπεία δε μπορεί να είναι αποτελεσματική αν οδηγεί σε μια καινούρια περιθωριοποίηση του τοξικοεξαρτημένου, έστω και θεσμοθετημένη, αν αποβλέπει απλώς και μόνο στον έλεγχο της συμπεριφοράς του.
Τα προγράμματα υποκατάστασης συντηρούν το μύθο πως κανείς δεν απεξαρτείται οριστικά, ανοίγουν το δρόμο της μόνιμης και νόμιμης εξάρτησης, ελέγχοντας συμπεριφορές ώστε να προκαλούν «το μικρότερο κακό στην ήσυχη κοινωνία μας», στερώντας από χιλιάδες χρήστες την ευκαιρία να ζήσουν. Οι θάνατοι από υποκατάστατα επιβεβαιώνουν την επικινδυνότητα των ουσιών αυτών αλλά και το γεγονός ότι η εξασφαλισμένη νόμιμη κρατική πρέζα δεν καλύπτει το χρήστη και αναζητά μαζί με αυτή την συμπληρωματική παράνομη, με αποτέλεσμα τις γνωστές εικόνες που παρουσιάζονται εντός και εκτός νοσοκομείων, όπου υπάρχουν μονάδες του ΟΚΑΝΑ.
Το επικίνδυνο ιδεολόγημα ότι υπάρχουν «τελειωμένοι» χρήστες που πρέπει να πάνε στην υποκατάσταση, απορρίπτεται πάλι από τη ζωή και την επιστήμη. Υπάρχουν άνθρωποι με πάνω από 20 χρόνια στη χρήση που όταν εντάχθηκαν σε κάποιο «στεγνό» θεραπευτικό πρόγραμμα κέρδισαν τη μάχη με τα ναρκωτικά, τη μάχη για τη ζωή τους. Κανένας άνθρωπος δεν περισσεύει, κανείς δεν είναι «τελειωμένος».
Αναγνωρίζοντας πλέον ότι η πολυτοξικομανία (η παράλληλη χρήση ναρκωτικών ουσιών), «η πολλαπλή χρήση ουσιών έχει πλέον καταστεί το κυρίαρχο πρότυπο χρήσης ουσιών στην Ευρώπη», οι φαρμακοβιομηχανίες ψάχνουν «σωτήρια φάρμακα» για κάθε επινοημένη νόσο, για κάθε ουσία, για να θησαυρίσουν από κάθε πόνο, για να κλείσει οριστικά ο δρόμος προς την απεξάρτηση.
«Διεξάγονται μελέτες σχετικά με φαρμακολογικά προϊόντα για να στηρίξουν τις ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις για απεξάρτηση από την κάνναβη. Δηλαδή, διερευνάται η δυνατότητα χρήσης φαρμακευτικών ουσιών, οι οποίες θα συμβάλλουν στον περιορισμό των συμπτωμάτων στέρησης, της σφοδρής επιθυμίας για λήψη κάνναβης ή στη μείωση της χρήσης της»... αναφέρεται χαρακτηριστικά στην Εκθεση. Δηλαδή, αυτοί που μέχρι χθες μιλούσαν για την «αθωώτητα» της κάνναβης και ότι δεν είναι εξαρτησιογόνα ουσία, σήμερα προωθούν φαρμακευτικά υποκατάστατα για να αντιμετωπίσουν τα στερητικά σύνδρομά της.
Σε ό,τι αφορά τους χρήστες με κύρια ουσία κατάχρησης την κοκαΐνη, ενώ διαπιστώνεται η αναποτελεσματικότητα των υποκαταστάτων ως θεραπεία (κυρίως με ναλτρεξόνη - ανταγωνιστής οπιοειδών, ουσία η οποία χορηγείται κατά κόρον σε ιδιωτικές κλινικές στη χώρα μας) καθώς δε διαπιστώθηκε διαφορά στη χρήση, αναφέρεται ότι σε χρήστες κοκαΐνης χορηγήθηκε μέχρι και μεμαντίνη (χορηγείται για τη νόσο Αλτσχάιμερ).
Στον αντίποδα των παραπάνω: «Ημουν 20 χρόνια στη χρήση και σήμερα μετράω 4 χρόνια μακριά από ουσίες.Οσο καιρό ήμουν στο πρόγραμμα του ΚΕΘΕΑ δε χρειάστηκε να πάρω ούτε ασπιρίνη». Είναι τα λόγια ενός από τα χιλιάδες παιδιά που αποφοίτησαν από τα «στεγνά» προγράμματα του ΚΕΘΕΑ.
Η κυρίαρχη πολιτική εξαντλείται στη δήθεν «ευαισθησία» για την αντιμετώπιση των στερητικών συνδρόμων και των κινδύνων από τη χρήση ουσιών. Κρύβεται επιμελώς ότι η αποτοξίνωση, τα στερητικά σύνδρομα είναι ζήτημα 15 ημερών. Το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μέρος αφορά την ψυχολογική απεξάρτηση που αποβλέπει στην ανασυγκρότηση της προσωπικότητας του χρήστη και την ένταξή του στην κοινωνία. Γιατί οι «άνθρωποι - σκιές» μπορούν να γίνουν σκεπτόμενοι και ενεργοί, που υπερασπίζονται την αξιοπρέπειά τους και διεκδικούν συλλογικά το δικαίωμά τους στη μόρφωση, στη δουλειά, στη ζωή.