Η στρατηγική του «νέου σχολείου» και οι συγχωνεύσεις

23/01/2011 - 14:50

Καθώς εξελίσσεται η καπιταλιστική κρίση στην Ελλάδα οξύνεται η διαπάλη ανάμεσα στη ριζοσπαστική γραμμή αμφισβήτησης της αστικής στρατηγικής με κατεύθυνση τη λαϊκή εξουσία και εκείνη του εγκλωβισμού των λαϊκών αντιδράσεων στα όρια της αστικής εξουσίας χωρίς αυτή να αμφισβητείται.

Το ιδεολόγημα περί «κατοχής» της χώρας από το ΔΝΤ έχει την ιδιαίτερη συμβολή του σε αυτή την κατεύθυνση καθώς μάλιστα προβάλλεται από δυνάμεις του οπορτουνισμού που βρίσκουν αντικειμενικό έδαφος παρουσίας στους χώρους της εκπαίδευσης. Ετσι, σύμφωνα με τις οπορτουνιστικές δυνάμεις, στην εκπαίδευση έχουμε «Υπουργείο Παιδείας του ΔΝΤ» που κλείνει σχολεία γιατί επιδιώκει περιορισμό των δαπανών. Από κοντά και στην ίδια ρότα, οι συμβιβασμένες πλειοψηφίες σε ΔΟΕ-ΟΛΜΕ που ανακαλύπτουν απουσία «παιδαγωγικής λογικής» από το εγχείρημα των συγχωνεύσεων ενώ ζητούν ουσιαστική διαβούλευση ανάμεσα στο υπουργείο και τις τοπικές κοινωνίες!

Καθόλου τυχαία την ίδια μέρα που οι «εκπαιδευτικές ομοσπονδίες» έβγαλαν τα ανακοινωθέντα τους (14/1/2011), το υπουργείο Παιδείας απάντησε με ένα συνοπτικό δελτίο Τύπου που έβαζε τα πράγματα στη θέση τους. Σε αυτό υποστήριζε ότι οι συγχωνεύσεις των σχολείων, τα «Σχολικά Κέντρα και οι Πολυδύναμες Σχολικές Μονάδες» γίνονται για «παιδαγωγικούς λόγους και εκπαιδευτικά οφέλη», με κατεύθυνση το ολοήμερο σχολείο και την εφαρμογή καινοτόμων δράσεων στην εκπαίδευση.

Και στο ζήτημα της συγχώνευσης σχολικών μονάδων επιβεβαιώνεται το συμπέρασμα ότι όσο η αντιπαράθεση γίνεται στο έδαφος της αστικής στρατηγικής, κερδισμένη δεν μπορεί παρά να είναι η κυβέρνηση. Οσο το ζήτημα περιορίζεται στη «λογιστική», στο νοικοκύρεμα ή στην απουσία της παιδαγωγικής, τόσο θα δίνεται η δυνατότητα στις αστικές και μικροαστικές πολιτικές δυνάμεις να ενσωματώνουν λαϊκές αντιδράσεις, να τις εγκλωβίζουν τελικά σε διεκδίκηση άλλων μειγμάτων εκπαιδευτικής πολιτικής. Ακόμα και αν υπάρχουν σωστά αιτήματα, αν δεν αμφισβητείται η οικονομική και πολιτική εξουσία των μονοπωλίων, αυτά μένουν στον αέρα, γιατί πολύ απλά δεν φωτίζεται ο δρόμος της ικανοποίησής τους, ο δρόμος ανάπτυξης υπέρ του λαού, τελικά αποδέχονται ως όριο των διεκδικήσεων την κερδοφορία του εκμεταλλευτικού συστήματος άρα και το σχολείο του.

Το ζήτημα του μεγέθους του σχολείου στο φως των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων

Και στο ζήτημα του μεγέθους των σχολείων η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ βρίσκει την ευκαιρία και εν μέσω κρίσης σχεδιάζει ένα βασικό και αναγκαίο εργαλείο για την επιτάχυνση των αλλαγών στο επίπεδο της σχολικής εκπαίδευσης, όπως αυτή συνοψίζεται στη στρατηγική του «νέου σχολείου».

Προφανώς και ο σχεδιασμός για συγχωνεύσεις έχει στοιχεία οικονομικού νοικοκυρέματος, εξοικονόμησης χρημάτων προκειμένου να δοθούν στο κεφάλαιο, «οικονομίας δυνάμεων» για να αποφευχθούν δυσλειτουργίες και αργά βήματα στην προώθηση του «νέου σχολείου». Είναι και αυτά πλευρές του βίαιου ταρακουνήματος που σηματοδοτεί η προσαρμογή του αστικού σχολείου στις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις στην εκπαίδευση.

Πραγματικά, η κυβέρνηση χτυπάει τη ρίζα του προβλήματος όταν αναφέρεται σε παιδαγωγικούς λόγους. Το ολοήμερο σχολείο το οποίο θα μπορεί να υλοποιηθεί καλύτερα σε μεγάλα σχολεία, δεν είναι θέμα «κοινωνικής πολιτικής», ούτε χώρος πάρκινγκ. Είναι πρόβα τζενεράλε για τη γενίκευση του σχολείου των δεξιοτήτων, της διαφοροποίησης, της αγοράς. Ταυτόχρονα, σε ένα τέτοιο σχολείο μπορούν να «ανθίσουν» οι ελαστικές σχέσεις εργασίας και κυρίως να παρέμβουν πιο αποτελεσματικά οι εταιρείες οι οποίες θα εκμεταλλευτούν και τη συγκεντρωμένη μαθητική μάζα που - κακά τα ψέματα - αποτελεί πολύ καλή πελατεία.

Υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά η οποία δείχνει τη συσχέτιση του μεγέθους του σχολείου με τη στρατηγική του κεφαλαίου για την παιδεία. Είναι η ανάδειξη του σχολείου σε βασικού παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης για την τοπική κοινωνία, σε φορέα παροχής δια βίου μάθησης στον οποίο θα εμπλέκονται οι επιχειρήσεις! Ας θυμηθούμε για παράδειγμα ότι το ΠΑΣΟΚ στο πρόγραμμά του (πριν το ΔΝΤ!) έκανε λόγο για «Το ανοικτό σχολείο που λειτουργεί ως τοπική κοινότητα. Δίνει ρόλο και συμμετοχή στους γονείς, στους περιφερειακούς και τοπικούς φορείς». Αυτός ο ρόλος αποδίδεται στο σχολείο και μέσα από τους νόμους για τη δια βίου μάθηση και την πιστοποίηση. Μάλιστα στο κείμενο της ΕΕ για την πρόοδο που έχει γίνει σε σχέση με τους στόχους της Λισαβόνας στην εκπαίδευση, τονίζεται: «Η ιδέα του σχολείου ως πολυδύναμου κέντρου μάθησης είναι κεντρική στην μετατροπή της δια βίου μάθησης σε πραγματικότητα»1.

Τονίζουμε επίσης ότι οι επίσημοι φορείς του κεφαλαίου δεν βλέπουν αυτό το ζήτημα ως λογιστικό! Ετσι, τον Οκτώβρη του 2009 σε συνέδριο του ΟΟΣΑ με θέμα τα σχολικά κτίρια2, τονίστηκε ότι πρέπει να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται το ζήτημα, ότι τα σχολεία πρέπει να γίνουν παραδείγματα συνάντησης της κοινωνίας με τις επιχειρήσεις. Αναμφίβολα, αυτή είναι και η κατεύθυνση της ΕΕ και αυτό αποδεικνύεται από εκατοντάδες ντοκουμέντα αλλά και συνέδρια όπως αυτό του Μάρτη του 2010 με θέμα «Συνεργασία σχολείου-επιχειρήσεων»3.

Η απάντησή μας

Το ζήτημα του μεγέθους του σχολείου δεν είναι τεχνικό ζήτημα. Προβληματίζει σε κάθε φάση την αστική διαχείριση γιατί κρίνει την κατάλληλη μορφή η οποία θα υπηρετεί καλύτερα το περιεχόμενο του σχολείου. Αρα κρίνεται συνολικά από το έδαφος των σχέσεων παραγωγής στις οποίες αναπτύσσεται το εκπαιδευτικό σύστημα. Γι' αυτό το λόγο, η αστική εκπαιδευτική πολιτική δεν έχει «αγκυλώσεις».

Στις ΗΠΑ για παράδειγμα δημιουργήθηκε ολόκληρο ρεύμα που υποστήριζε ότι το μικρό σχολείο είναι καλύτερο γιατί είναι πιο ευέλικτο και πιο αποδοτικό. Πρόσφατα με την εμπειρία της εφαρμογής αυτής της κατεύθυνσης ακολουθείται η πολιτική: «μεγάλα κτίρια-μικρά σχολεία»4 υπονοώντας δηλαδή τη συνύπαρξη τύπων σχολείων σε ένα μεγάλο σχολικό συγκρότημα. Οι αστικές μελέτες φαίνεται να εντοπίζουν περισσότερα προβλήματα εκδήλωσης βίας και «ταξικής πόλωσης» σε μεγαλύτερα σχολεία, ενώ συνολικότερα προβληματίζονται για το κατάλληλο μείγμα «αυτονομίας-λογοδοσίας» των σχολείων, δηλαδή του βαθμού σύνδεσής τους με την αγορά!

Στη Γερμανία δε στα πολυδύναμα ολοήμερα σχολεία τα οποία προωθήθηκαν μετά τις χαμηλές επιδόσεις της χώρας στο διαγωνισμό του ΟΟΣΑ (θυμίζει άραγε τίποτα;) οι μαθητές χωρίζονται σύμφωνα με τις επιδόσεις τους και φοιτούν σε ανάλογες τάξεις! Μιλάμε δηλαδή για την αποθέωση της διαφοροποίησης.

Πέρα από τη διεθνή εμπειρία, υπάρχει φυσικά και η ελληνική. Το γεγονός ότι ακόμα υπάρχει το «σχολείο της γειτονιάς», δεν αποτελεί οπισθοδρόμηση. Το σχολείο για το οποίο εμείς παλεύουμε δεν μπορεί να είναι αχανές και απρόσωπο. Ενταγμένο σε έναν κεντρικό σχεδιασμό με επίκεντρο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, έχει παιδαγωγική λογική και κριτήρια σε αντίθεση με αυτά της αστικής παιδαγωγικής. Το να ξέρει - για παράδειγμα - ο εκπαιδευτικός τα ονόματα των μαθητών του δεν είναι παράδοση που πρέπει να εκλείψει. Γι' αυτό, σήμερα όχι αύριο, λέμε «όχι» στην επιχείρηση «συγχωνεύσεις σχολείων», παλεύουμε ενάντια στην επιχειρούμενη αναδιοργάνωση της εκπαιδευτικής δομής που αποτελεί προμήνυμα των επόμενων εγκλημάτων στη μόρφωση των παιδιών του λαού. Με αιτήματα και στόχους πάλης στη γραμμή «καμία θυσία - την κρίση να πληρώσει η πλουτοκρατία» (αναλογία μαθητών, εργασιακές σχέσεις εκπαιδευτικού και βοηθητικού προσωπικού κτλ.), πιάνουμε το νήμα της αγωνίας της λαϊκής οικογένειας να μορφώσει τα παιδιά της και το πηγαίνουμε στο επίκαιρο και αναγκαίο συμπέρασμα ότι χρειάζεται αλλαγή τάξης στην εξουσία για να έρθει στο προσκήνιο το σχολείο που η ίδια έχει ανάγκη και οι ίδιες οι δυνατότητες της εποχής επιτάσσουν. Η ώρα έχει έρθει, κάθε ώρα τώρα, είναι η δική μας ώρα!

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1Progress towards the lisbon objectives in education and training, Ευρωπαϊκή Ενωση 2007.

2 OECD, «Sustainable school buildings: from concept to reality», 1-2 October 2009, Λιουμπλιάνα.

3 Ευρωπαϊκή Ενωση, School-business thematic forum, 24-25 March 2010, Βρυξέλλες.

4 Κείμενο της Οργάνωσης Jobs for the future, Big buildings, small schools, December 2004, ΗΠΑ.



Του
Κυριάκου ΙΩΑΝΝΙΔΗ*
*Ο Κυριάκος Ιωαννίδης είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ.
Βασική Κατηγορία: 

Νέα από το Π.Α.ΜΕ

Τελευταία νέα

Τα πιο διαβασμένα