Προετοιμάζουν το σχολείο της αγοράς και της αμάθειας. Στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής άρχισε χτες η συζήτηση του πολυνομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας
Το νομοσχέδιο είναι ενταγμένο στους στρατηγικούς στόχους της ΕΕ για την εκπαίδευση, επισήμανε στην παρέμβασή του ο βουλευτής του ΚΚΕ Γιάννης Ζιώγας, Σημειώνοντας ότι «κυβέρνηση και ΜΜΕ μέσα από προπαγάνδα επικεντρώνονται στη βάση του 10 και στις προσλήψεις εκπαιδευτικών». Ο βουλευτής του ΚΚΕ επισήμανε ότι σήμερα η δημόσια εκπαίδευση είναι «υπονομευμένη και κατ 'όνομα δημόσια» και ανέφερε ότι η λαϊκή οικογένεια δαπανά «πάνω από 2,9 δισεκατομμύρια ευρώ» για τις εκπαιδευτικές ανάγκες. Οι πολιτικές που ασκούνται, επισήμανε ο Γ. Ζιώγας, «ανοίγουν διάπλατα τις πόρτες στις επιχειρήσεις» και ταυτόχρονα «χτυπάνε τον ενιαίο χαρακτήρα της εκπαίδευσης», ενώ «μετατρέπουν την εκπαιδευτική διαδικασία σε ατομική υπόθεση». Μάλιστα, σχολιάζοντας τη διοικητική μεταρρύθμιση «Καλλικράτης» σημείωσε ότι «θέλετε να τελειώνετε με το ενιαίο πρόγραμμα διδασκαλίας».
Ειδικά για τα προβλεπόμενα στο νομοσχέδιο ο βουλευτής του ΚΚΕ ανέφερε ότι «επέρχεται παραπέρα υποβάθμιση των καθηγητικών σχολών», ενώ σχολιάζοντας τη διάταξη σύμφωνα με την οποία ένας εκπαιδευτικός πρέπει να μένει 3 χρόνια στη σχολική μονάδα της επαρχίας που διορίζεται δήλωσε: «Αν όντως ενδιαφέρεται το υπουργείο για την παραμονή πρέπει να εξασφαλίσει στέγη και μετακίνηση στον εκπαιδευτικό ». Ανέφερε ως αρνητικό ότι το νομοθέτημα εισάγει τη «δεύτερη ειδικότητα» στους καθηγητές, ενώ ζήτησε «να υπάρξει μεγαλύτερη μοριοδότηση για τα άτομα με αναπηρία». «Θέλετε τα στελέχη της εκπαίδευσης να παίξουν ρόλο στις αναδιαρθρώσεις» γι 'αυτό και «βάζετε πολλά μόρια στη συνέντευξη», κατήγγειλε ο Γ. Ζιώγας, ενώ αντέτεινε «να διορίζεται διοικητικό προσωπικό στο υπουργείο Παιδείας, και όχι εκπαιδευτικοί».
Οσον αφορά στην αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων ο βουλευτής του ΚΚΕ είπε πως «ετοιμάζεται το πλαίσιο της αυτόνομης λειτουργίας του σχολείου».
Τέλος, για τις ρυθμίσεις που αφορούν τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς τόνισε πως «στον αέρα τινάζονται οι εργασιακές σχέσεις» αφού προωθούνται «ελαστικές μορφές απασχόλησης», σημειώνοντας πως «η ανασφάλεια και ο φόβος της απόλυσης ενισχύονται» μιας και «οι σχολάρχες μπορούν να καταγγέλλουν μια σύμβαση στο τέλος της χρονιάς ».
Αντίθετα με τις ανάγκες της εκπαίδευσης είναι τα συμφέροντα των εκπαιδευτικών, σύμφωνα με όσα είπε χτες στη Βουλή η υπουργός Παιδείας, Α. Διαμαντοπούλου, αναρωτώμενη αν «νομοθετούμε για τα παιδιά και την εκπαίδευση ή για συμφέροντα επιμέρους κοινωνικών ομάδων», που «αντιμετωπίζουν την εκπαίδευση μόνο σαν ένα χώρο εργασίας». Οπως είπε, «δεν είναι μόνο ο ΟΟΣΑ που δίνει την αναλογία εκπαιδευτικών μαθητών 1 προς 11 και 1 προς 7,5 στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση» αλλά και τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου, προκειμένου να αιτιολογήσει τις ανεπάρκειες σε εκπαιδευτικό προσωπικό. Παράλληλα, έκανε λόγο για διαφάνεια στους διορισμούς που επιτυγχάνεται με το νομοθέτημα.
Ασφαιρη κριτική από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας, με την εισηγήτριά της, Ε. Βόζενμπεργκ, να υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση νομοθετεί «πρόχειρα και αποσπασματικά» και έφερε ένα νομοθέτημα που «περιλαμβάνει ατάκτως ερριμμένες διατάξεις» προσθέτοντας πως «δεν έγινε διαβούλευση». Επίσης, κατηγόρησε την κυβέρνηση για ρουσφετολογική λογική αναφέροντας ότι οι διατάξεις του νομοσχεδίου είναι «ένας τρόπος κομματικής διεύρυνσης της εκπαίδευσης», που προβλέπει «υπερβολική μοριοδότηση προκειμένου να την ελέγξετε». Η βουλευτής της ΝΔ χαρακτήρισε ατεκμηρίωτη την κατάργηση της βάσης του 10 υποστηρίζοντας ότι «το μέτρο δεν ήταν ατελέσφορο». Τέλος, αναδεικνύοντας την πολιτική λογική της ΝΔ σημείωσε προς το ΠΑΣΟΚ ότι «αν είχατε συμφωνήσει στην κατάργηση του άρθρου 16, θα είχε λυθεί το πρόβλημα της βάσης του 10 και συνολικά της Παιδείας».
«Το νομοσχέδιο έχει αρκετά θετικά» και «είναι ένα θετικό βήμα», σύμφωνα με τον εισηγητή του ΛΑ.Ο.Σ. Αδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος σημείωσε ότι το κόμμα του θα καθορίσει τη στάση του στην Ολομέλεια της Βουλής.
Το νομοσχέδιο καταψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ με τον βουλευτή του Τ. Κουράκη να ζητά «να μειωθεί ο αριθμός των μαθητών ανά τμήμα» και «να καθιερωθεί ένας τύπος ψυχοπαιδαγωγικής εκπαίδευσης ως προαπαιτούμενο για το διορισμό» που να έχει «διάρκεια ενός έτους». Δηλαδή, κάτι παρόμοιο με αυτό που λέει το νομοσχέδιο του υπουργείου για το Πιστοποιητικό Παιδαγωγικής Επάρκειας, που μπορεί να είναι ένα πρόγραμμα εκτός του πτυχίου.