ΕΣΥΝ-ΟΓΕ: Αντίβαρο στη «ναρκωκουλτούρα» η αγωνιστική στάση ζωής
Η ιδιαίτερη επίδραση του φαινομένου της ουσιοεξάρτησης στις γυναίκες
Στο φαινόμενο της ουσιοεξάρτησης και τις ιδιαίτερες επιδράσεις του στις γυναίκες ήταν αφιερωμένη η ημερίδα που συνδιοργάνωσαν την Κυριακή 22 του Οκτώβρη το Εθνικό Συμβούλιο κατά των Ναρκωτικών (ΕΣΥΝ) και η Ομοσπονδία Γυναικών Ελλάδας, στον κινηματογράφο «Αλκυονίς».
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης έγιναν μια σειρά από ενδιαφέρουσες παρεμβάσεις. Για τις δομές, τη δράση και την προσπάθεια του προγράμματος του ΚΕΘΕΑ «Εν Δράσει» μίλησε η υπεύθυνη του τμήματος εκπαίδευσής του, Ειρήνη Τσαλέρα. Η Λία Αποστολοπούλου, γραμματέας του ΕΣΥΝ, επισήμανε τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα Κέντρα Πρόληψης και ανέλυσε τους βασικούς άξονες στους οποίους θα πρέπει να βασίζεται η πρωτογενής πρόληψη σε σχέση με το σχολείο, τον αθλητισμό, τον πολιτισμό. Την ανάγκη για αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν, επιστημονικά τεκμηριωμένο, ενιαίο σχέδιο πρόληψης, θεραπείας και κοινωνικής ένταξης, με υψηλής ποιότητας προγράμματα, επαρκές και μόνιμο προσωπικό, ανέδειξε η Νάντια Κοδέλλα, νοσηλεύτρια σε μονάδα υποκατάστασης του ΟΚΑΝΑ.
Η Χριστίνα Καραμαλίκη, αντιπρόεδρος του Συλλόγου Οικογένειας ΚΕΘΕΑ «Νόστος», μίλησε για τη βοήθεια που χρειάζεται η οικογένεια του εξαρτημένου αλλά και τη βοήθεια που μπορεί να δώσει, ώστε να στρέψει τον χρήστη στο θεραπευτικό πρόγραμμα και την επιτυχή ολοκλήρωσή του. Την εμπειρία από το πρόγραμμα «Εν Δράσει», μέσα από την οργάνωση μιας σειράς μαθημάτων δημιουργικής γραφής για τα μέλη της κοινότητας, μετέφερε η συγγραφέας και αντιπρόεδρος της ΟΓΕ, Εύη Κοντόρα.
Τόσο η Μαρίνα Τσίγκα, πρόεδρος του ΕΣΥΝ, όσο και η Χριστίνα Σκαλούμπακα,πρόεδρος της ΟΓΕ, αναφέρθηκαν στην ανάγκη η συγκεκριμένη πρωτοβουλία να γίνει βήμα κλιμάκωσης της συνεργασίας των δύο φορέων.
Σήμερα, ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει αποσπάσματα από τις κεντρικές ομιλίες που έκαναν ο Παναγιώτης Κατηφές, κοινωνιολόγος, σύμβουλος εξαρτήσεων και γραμματέας του ΕΣΥΝ, και η Μαρία Μανιατάκου, παθολόγος, μέλος του προεδρείου της ΟΓΕ.
Στις ιδιαίτερες αιτίες και προβλήματα που ωθούν τη γυναίκα στη χρήση και την εξάρτηση αναφέρθηκε η Μαρία Μανιατάκου. «Δεν έχουμε στόχο να διαχωρίσουμε το πρόβλημα της τοξικομανίας σε ανδρικό και γυναικείο. Σκοπός μας είναι να προσεγγίσουμε το φαινόμενο με εξειδίκευση στο γυναικείο πληθυσμό, αναπτύσσοντας τις θέσεις της Ομοσπονδίας μας σχετικά με αυτό», ξεκαθάρισε και πρόσθεσε πως η ανάγκη της εξειδικευμένης μελέτης της σχέσης των γυναικών με τις ψυχοδραστικές ουσίες πηγάζει από έναν ακόμα λόγο: «Η διάδοση των ναρκωτικών αξιοποιείται, πέραν του οικονομικού οφέλους, σαν μέσο κοινωνικής καταστολής, οπότε προσθέτει ένα ακόμα τεράστιο εμπόδιο στην προσέλκυση γυναικών στο ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα».
Αναφέρθηκε στην έκθεση του ΟΗΕ σύμφωνα με την οποία το 1/3 των χρηστών παγκοσμίως είναι γυναίκες, σημειώνοντας τα εξής: «Τα διαθέσιμα στοιχεία, αν και περιορισμένα, δείχνουν ότι ο αριθμός των γυναικών που κάνουν χρήση αυξάνει, τόσο στις νεότερες ηλικίες, όσο και στον πληθυσμό των φυλακών. Κάποιες χώρες αναφέρουν αύξηση των θανάτων γυναικών από υπερβολική δόση. Συνήθως φαίνεται ότι οι γυναίκες αρχίζουν τη χρήση σε μεγαλύτερη ηλικία συγκριτικά με τους άνδρες και κατά κανόνα η πορεία τους σε αυτήν επηρεάζεται έντονα από συντρόφους που επίσης είναι χρήστες. Για παράδειγμα, πολύ συχνά ο σύντροφος είναι αυτός που θα κάνει στη γυναίκα την πρώτη ένεση ηρωίνης, παρόλο που γενικά οι γυναίκες έχουν λιγότερες πιθανότητες να ξεκινήσουν την ενέσιμη χρήση. Ωστόσο, τα στοιχεία δείχνουν ότι από τη στιγμή που θα γίνει η αρχή, οι γυναίκες προχωρούν γρηγορότερα σε υψηλά ποσοστά χρήσης των διαφόρων ουσιών και φτάνουν συντομότερα στην εξάρτηση».
Φαινόμενο που εμφανίζεται σε συγκεκριμένο κοινωνικό έδαφος
Στη συνέχεια, παρουσίασε το κοινωνικό έδαφος πάνω στο οποίο προκύπτει το φαινόμενο της εξάρτησης ιδιαίτερα για τις γυναίκες: «Η τοξικομανία ως στάση ζωής της γυναίκας αντικατοπτρίζει την προσωπική της εξέγερση απέναντι σε μια δυσβάσταχτη πραγματικότητα, κοινωνική και οικογενειακή, αντανάκλαση της γενικότερης κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής κρίσης, που την καταπιέζει, την εκμεταλλεύεται, την καταδικάζει σε καθημερινή μιζέρια. Μπορεί να ερμηνευθεί και ως στρεβλή αντίδραση της γυναίκας στον κοινωνικά καθορισμένο τρόπο κοινωνικοποίησής της. Μια κοινωνικοποίηση που περνά μέσα από την κυρίαρχη ιδεολογία και τη διαιώνιση των εξαρτητικών ρόλων της γυναίκας.
Η ουσιοεξάρτηση των γυναικών προκύπτει, σε μεγάλο βαθμό, ως αντίδραση σε μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται από δυσπιστία και επιθετικότητα απέναντί τους και τις αντιμετωπίζει ως σεξουαλικά αντικείμενα. Μια κοινωνία που χρησιμοποιεί τις βιολογικές ιδιαιτερότητες της γυναίκας ως άλλοθι για να της προσδώσει υποδεέστερο ρόλο, ως φτηνό και ευέλικτο εργατικό δυναμικό, αλλά και ως υποταγμένο και υπάκουο θηλυκό, σύζυγο ή ερωμένη και στοργική μητέρα. Μια κοινωνία που διατυμπανίζει την ισότητα των γυναικών μόνο όταν θέλει και χρειάζεται να τις εκμεταλλευτεί παραπάνω, όπως και τους άνδρες, τσακίζοντας όποια εργασιακά, κοινωνικά δικαιώματα είχαν απομείνει για την προστασία του γυναικείου οργανισμού και της μητρότητας. (...) Η δήθεν ισότητα στα χαρτιά και στα λόγια, με την οποία φουσκώνουν τα μυαλά της νέας γυναίκας, έρχεται σε αντίφαση με τη βαθιά ανισοτιμία και την άγρια εκμετάλλευση που βιώνει η γυναίκα στην καθημερινότητά της. Αυτή η διαρκής αντίφαση προκαλεί μπέρδεμα και σύγχυση στη σκέψη, καθιστώντας τη γυναίκα πιο ευάλωτη ακόμα και στη χρήση και εξάρτηση από ουσίες.
Σε αυτές τις συνθήκες, το κάλπικο επιχείρημα της ατομικής επιλογής και της αυτοδιάθεσης του σώματος βρίσκει ομολογουμένως μεγαλύτερη απήχηση στο γυναικείο πληθυσμό. Η νέα γυναίκα "επιλέγει" κοινωνικές συμπεριφορές κατά την αναζήτηση μιας ουσίας, νόμιμης ή παράνομης. Προσπαθεί να αντέξει την αδιαφορία της σύγχρονης ατομιστικής κοινωνίας, να ξεφύγει από τον εαυτό της, να αποφύγει την πραγματικότητα που βιώνει σαν εφιάλτη.
Στο σημερινό άνθρωπο υπάρχει τεράστια έλλειψη του "κοινωνικού είναι", στη γυναίκα ακόμα περισσότερο, καθώς καλείται να φέρει εις πέρας πολλαπλούς ρόλους και ευθύνες, τους οποίους η κοινωνία και το κράτος της φορτώνουν στις πλάτες. Η σύγχρονη γυναίκα αισθάνεται αποκλειστικά υπεύθυνη για πλειάδα υποχρεώσεων, αλλά ταυτόχρονα είναι μόνη και αβοήθητη, όχι από τον σύντροφό της κατ' ανάγκη. Μόνη και αποξενωμένη από το κοινωνικό σύνολο και πλήρως αφημένη από το κράτος, βουτηγμένη στις ενοχές για όσα και ό,τι δικαιολογημένα δεν προφταίνει ή δεν μπορεί να κάνει.
Σε αυτό το πλαίσιο, η νέα γυναίκα, αλλά και η μεγαλύτερη, υιοθετεί κοινωνικές συμπεριφορές που οδηγούν στην αποξένωση, τον ατομικό τρόπο σκέψης και δράσης, την παραίτηση από τα κοινωνικά της δικαιώματα, την υποκρισία, τον καταναλωτισμό, την έλλειψη αξιών, την πολιτιστική και συναισθηματική φτώχεια. Ετσι μπορεί να φτάσει και στην τοξικομανία, στην οποία με ακραίο τρόπο εκφράζεται ο σημερινός πολιτισμός της παρακμής. Πρόκειται για τον πολιτισμό του συστήματος που βασίζεται στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και έχει στο επίκεντρό του το κέρδος των επιχειρηματικών ομίλων».
Πρόληψη σημαίνει ατομικές και κοινωνικές αντιστάσεις
Ιδιαίτερο βάρος έδωσε στη σημασία και το νόημα που έχει για την ΟΓΕ η πρόληψη: «Πρόληψη σημαίνει διαμόρφωση εσωτερικών ατομικών και κοινωνικών αντιστάσεων μέσα από έναν άλλο τρόπο ζωής, κόντρα στον ατομισμό, στον ανταγωνισμό, στον πλήρη υποκειμενισμό, το συμβιβασμό. Πρόληψη σημαίνει ενεργητική στάση ζωής μέσα από τη γνώση της αντικειμενικής κοινωνικής, οικονομικής πραγματικότητας, σε συνδυασμό με τη δράση για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών της γυναίκας και της οικογένειάς της. Πρόληψη εξειδικευμένα στις γυναίκες σημαίνει ενίσχυση των προγραμμάτων για την αντιμετώπιση της σχολικής διαρροής ιδιαίτερα των κοριτσιών, για τη δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των νέων. Ιδιαίτερα ενημερωτικά προγράμματα για το ρόλο της κοινωνικής δικτύωσης που σμπαραλιάζει τις διαπροσωπικές σχέσεις και αναπαράγει στρεβλά κοινωνικά πρότυπα για το γυναικείο φύλο, τον έρωτα, τις σχέσεις. Σημαίνει επιστημονική, κοινωνική στήριξη των γυναικών και των παιδιών, θυμάτων βίας».
Αντίστοιχα, όσον αφορά στη θεραπευτική διαδικασία, τόνισε πως «λαμβάνοντας υπόψη ότι στη χώρα μας μόνο το 14% των εξαρτημένων γυναικών είναι ενταγμένες σε πρόγραμμα απεξάρτησης, αναδεικνύεται η ανάγκη εξειδίκευσης στις γυναίκες χρήστριες. Προϋπόθεση αποτελεί η ενίσχυση των "στεγνών" θεραπευτικών προγραμμάτων από τον κρατικό προϋπολογισμό, με προσλήψεις μόνιμου και ειδικευμένου προσωπικού».
Η Μαρία Μανιατάκου καταδίκασε κάθε σχέδιο διαχωρισμού «σκληρών» και «μαλακών» ναρκωτικών. «Αντιστεκόμαστε στη νομιμοποίηση της κάνναβης που προβάλλεται με τον "προοδευτικό" μανδύα της ιατρικής και ψυχαγωγικής χρήσης. Παντού όπου νομιμοποιήθηκαν οι ουσίες, αυξήθηκε η χρήση και η εξάρτηση. Η διαθεσιμότητα μιας ουσίας αυξάνει και τη χρήση της. Αντιστεκόμαστε στην καλλιέργεια της ναρκωκουλτούρας, που σπρώχνει στην ανοχή και το συμβιβασμό για τη χρήση ουσιών και την εξάρτηση, στοχεύοντας κυρίως στις νεανικές συνειδήσεις», υπογράμμισε και τόνισε πως οι Σύλλογοι και οι Ομάδες της ΟΓΕ θα συνεχίσουν τις πρωτοβουλίες τους με στόχο «να συζητήσουμε με τις γυναίκες του καθημερινού μόχθου για την ανάγκη να δώσουμε με τη στάση μας το παράδειγμα της ενεργητικής, συλλογικής, αγωνιστικής στάσης ζωής στα παιδιά μας, στη νέα γενιά, κόντρα στον ατομικό δρόμο φυγής της ναρκωκουλτούρας».
Η αποξένωση χτυπιέται με τη συλλογικότητα και το χτύπημα των αιτιών της
Αποσπάσματα από την ομιλία του γραμματέα του ΕΣΥΝ, Παναγιώτη Κατηφέ
Σημαντικά είναι τα ευρήματα της πανελλαδικής έρευνας που πραγματοποίησε το Εθνικό Συμβούλιο κατά των Ναρκωτικών (ΕΣΥΝ), το Μάη του 2017, με αφορμή τη θεματική βδομάδα σε μαθητές του Γυμνασίου, τα οποία παρουσίασε κατά τη διάρκεια της ημερίδας ο γραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου, Παναγιώτης Κατηφές.
Στην έρευνα συμμετείχαν 1.100 μαθήτριες του Γυμνασίου και προκύπτουν τα εξής στοιχεία:
- Χρήση έχει κάνει το 5,5% των μαθητριών του Γυμνασίου με το 2% να δηλώνουν περιστασιακή και το 1% συστηματική χρήση.
- Κύριος χώρος χρήσης για τις μαθήτριες δηλώθηκε: Δημόσιος χώρος (κυρίως πλατεία) και το σπίτι. Φαίνεται, λοιπόν, από τη μια, η απενοχοποίηση της χρήσης σε μικρές ηλικίες και γι' αυτό επιλέγεται δημόσιος χώρος για χρήση, και, από την άλλη, η μοναξιά της νέας κοπέλας που επιλέγει να κάνει χρήση μόνη της στο σπίτι παρότι σε αυτές τις ηλικίες η χρήση είναι ακόμα στο κοινωνικό στάδιο των συναναστροφών.
- Μία στις 3 μαθήτριες κρατά παθητική στάση απέναντι στη χρήση ουσιών μέσα στους συνομήλικους και την θεωρεί μια φυσική επιλογή.
- Το 60% των μαθητριών θεωρεί ότι η χρήση ουσιών έχει βάση που ερμηνεύεται με ιατρικούς ή βιολογικούς παράγοντες. Αυτή η στάση συναρτάται και με τη στρεβλή προπαγάνδα που γίνεται για τη δήθεν «ιατρική κάνναβη» ή την προσπάθεια και της σημερινής κυβέρνησης να νομιμοποιήσει τα ναρκωτικά.
- Το 36% των μαθητριών τάσσεται υπέρ του διαχωρισμού των ναρκωτικών σε «σκληρά» και «μαλακά». Ενώ το 8% θεωρεί ότι πρέπει να νομιμοποιηθεί η χρήση της κάνναβης.
- Κύρια ουσία που επιλέγουν οι μαθήτριες είναι η κάνναβη και τα συνθετικά χάπια. Φαίνεται ότι η κάνναβη επιλέγεται από τις μαθήτριες για χρήση σε δημόσιο χώρο, ενώ τα συνθετικά χάπια όταν η χρήση γίνεται ατομικά στο σπίτι.
«Και από την έρευνα του ΕΣΥΝ επιβεβαιώνεται το στοιχείο που εξάγεται από όλες τις πανελλαδικές έρευνες στον μαθητικό πληθυσμό: Εχουμε αύξηση της χρήσης ουσιών στις μαθητικές ηλικίες που κυρίως οφείλεται στην άνοδο της χρήσης στις νέες μαθήτριες. Ενώ τις προηγούμενες δεκαετίες η σχέση αγόρι - κορίτσι ήταν 80% προς 20% σήμερα τείνει να εξισωθεί και μάλιστα σε κάποιες ουσίες η νέα μαθήτρια υπερισχύει των αγοριών, όπως τα συνθετικά χάπια», είπε ο Παν. Κατηφές.
Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα έχει τα χαμηλότερα ποσοστά στη χρήση ουσιών (9%) σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ (22%) και τις ΗΠΑ (36%). Ωστόσο εξαιτίας του προπαγανδιστικού βομβαρδισμού γύρω από την «αθώα» κάνναβη, στη χώρα μας:Ο αριθμός των μαθητών που συστηματοποιεί τη χρήση της έχει τριπλασιαστεί (από 3,4% το 1984 σε 13,5% το 2011). Πάνω από το 65% των εφήβων έχει πειραματιστεί με την κάνναβη. Το 1,8% όσων κάνουν χρήση κάνναβης είναι μαθητές Α' και Β' Γυμνασίου. Η ηλικία πρώτης επαφής με τα ναρκωτικά έχει μειωθεί πριν από τα 14 έτη και οι μαθήτριες μπαίνουν πολύ πιο δυναμικά στη χρήση από ό,τι στο παρελθόν.
Η χρήση δεν είναι ατομική επιλογή
«Για να ντυθεί το επιχείρημα του διαχωρισμού των ναρκωτικών σε "σκληρά" και "μαλακά" πλέον προτάσσουν στην επιχειρηματολογία τους σε ρόλο "δούρειου ίππου" το ζήτημα της "ιατρικής κάνναβης". Ενώ τα προηγούμενα χρόνια η συζήτηση γινόταν για το πόσο βλαβερά είναι τα ναρκωτικά, τώρα έχει μεταφερθεί στο πόσο καλό μπορούν να σου κάνουν (...) Η επιχειρηματολογία για "θεραπευτική κάνναβη" στοχεύει ουσιαστικά να ενισχυθεί η κοινωνική ανοχή γύρω από τα ναρκωτικά και να είναι το όχημα για νομιμοποίησή τους. Εξάλλου η διαθεσιμότητα μιας ουσίας είναι αυτή που αυξάνει και τη χρήση της (...) Φαίνεται ότι η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, στο πλαίσιο της "προοδευτικότητάς" της, συνεχίζει να υπερασπίζεται ό,τι πιο συντηρητικό για το μέλλον και τη ζωή της νέας γενιάς (...) Με όλα αυτά που ήδη έχουν αναφέρει, τελικά μπορεί πολύ εύκολα να κατανοηθεί και παράλληλα να απαντηθεί άλλο ένα ιδεολόγημα που επανέρχεται, και στοχεύει τους νέους ανθρώπους. Οτι, δηλαδή, η χρήση ναρκωτικών είναι μια ατομική επιλογή.
Καταρχάς ο άνθρωπος ως κοινωνικό ον έχει κοινωνική ζωή και οι επιλογές του, ανεξάρτητα από τον αντίκτυπο που έχουν στον ίδιο του τον εαυτό, έχουν διαμορφωθεί μέσα σε συγκεκριμένα κοινωνικά πλαίσια. Και ειδικά σε μια κοινωνία που βασικό χαρακτηριστικό της είναι οι κοινωνικές ανισότητες δεν υπάρχουν επιλογές ανεπηρέαστες. Δεν είναι τυχαίο ότι το κοινωνικό προφίλ των χρηστών που είναι ενταγμένοι για θεραπεία στη χώρα μας δείχνει για πάνω από το 50% σχολική διαρροή, για το 50% μακροχρόνια ανεργία, για το 40% των γυναικών χρηστών σχέση με την πορνεία. Αυτά τα στοιχεία μόνο ατομική επιλογή δεν είναι, αλλά προδιαγραμμένα σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο, που λειτουργεί ως ενισχυτικός παράγοντας για τη χρήση ουσιών», σημείωσε ο Π. Κατηφές.
Ανέλυσε δε τους λόγους για τους οποίους η υποτίμηση του κοινωνικού χαρακτήρα της τοξικοεξάρτησης είναι επικίνδυνηκαθώς καθιστά αποσπασμένα τον χρήστη υπεύθυνο για τη χρήση αλλά και γιατί διαμορφώνει τη βάση της αντιμετώπισής του αποσπασματικά, αντιεπιστημονικά, έξω από τις πραγματικές του αιτίες.
Καταλήγοντας σημείωσε: «Η τοξικοεξάρτηση δεν συνιστά τίποτα άλλο από τη μορφή που παίρνει η δυσφορία σήμερα του ανθρώπου στα αδιέξοδά του, αδιέξοδα που απλόχερα προσφέρει η σημερινή κοινωνία στον άνθρωπο. Αποτελεί το μέσο για να αποσυρθεί ο χρήστης από μια κοινωνική πραγματικότητα που δεν αντέχει.
Απέναντι σε όλα αυτά εμείς λοιπόν αντιτάσσουμε τον κοινωνικό χαρακτήρα του φαινομένου και στοχεύουμε στην οργάνωση της πάλης ενάντια στα αίτια του φαινομένου που εδράζονται στο σημερινό κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Από τη στιγμή που η τοξικοεξάρτηση αποξενώνει τον χρήστη, η αντιμετώπισή της δεν μπορεί να γίνει ούτε ατομικά ούτε μονόπλευρα. Η αποξένωση χτυπιέται μόνο μέσα από τη συλλογικότητα και μέσα από το χτύπημα των κατεξοχήν κοινωνικών αιτιών που επικάθονται και στον ψυχισμό του χρήστη, διαμορφώνοντας συγκεκριμένη μοιρολατρική στάση. Η αντιμετώπιση ενός κοινωνικού φαινομένου θέλει επιστράτευση όλης της κοινωνίας. Στην ουσία, παλεύοντας ενάντια στην εξάρτηση από τις ουσίες, παλεύουμε για την ίδια τη ζωή μας και αυτό δεν είναι ζήτημα και μέλημα ούτε μόνο του χρήστη ούτε μόνο της οικογένειάς του».
Άρθρο από τον κυριακάτικο Ριζοσπάστη