Ο ΟΟΣΑ σύμβουλος της «αριστερής» κυβέρνησης
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ κατέφυγε πρόσφατα στον Οργανισμό για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ), προκειμένου να λάβει «συμβουλές» και τεχνική βοήθεια για την προώθηση αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στη χώρα μας. Μάλιστα, η επιλογή αυτή εμφανίστηκε προπαγανδιστικά από τη συγκυβέρνηση ως ένα είδος «αντίβαρου» προς τις πολιτικές που είχαν επιβληθεί με τα μνημόνια. Είναι, όμως, διαφορετική η «εργαλειοθήκη» του ΟΟΣΑ από αυτήν που εφαρμόστηκε και συνεχίζει να επεκτείνεται με τη βούλα της τρόικας;
Την απάντηση τη δίνει πρόσφατη Εκθεση του ΟΟΣΑ «με στόχο την ανάπτυξη», όπου βέβαια - όπως αναμενόταν - βασική επιδίωξη παραμένει η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, όπως δηλαδή επιδιώκει και η στρατηγική της ΕΕ. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ «οι κυβερνήσεις πρέπει να βελτιώσουν τις ρυθμίσεις των πολιτικών όσον αφορά στον ανταγωνισμό και την καινοτομία...». Ενώ ειδικά για τις χώρες της Ευρωζώνης αναφέρει ότι «οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων, ιδιαίτερα στις υπηρεσίες, είναι αναγκαίες για να θερίσουμε τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας των τελευταίων ετών».
Δηλαδή, ο ΟΟΣΑ μιλά για προώθηση της «απελευθέρωσης» τομέων οικονομίας και επαγγελμάτων, προκειμένου να εισχωρήσουν ακόμα πιο εύκολα οι μεγάλοι μονοπωλιακοί όμιλοι βάζοντάς την και ως προϋπόθεση, ώστε τα μονοπώλια να καρπωθούν τις αντεργατικές ανατροπές που εφαρμόστηκαν στην ΕΕ και που στη χώρα μας πήραν τη μορφή των μνημονίων και να κερδοφορήσουν.
Δε μένει όμως μόνο σε αυτό, αλλά μεταξύ πολλών άλλων στην Εκθεση προτείνει στα κράτη - μέλη «χαλάρωση των κανόνων για την απόλυση των μόνιμων εργαζομένων», με το πρόσχημα της μείωσης του «εργασιακού χάσματος μεταξύ των εργαζομένων κανονικής και μη κανονικής απασχόλησης», ενώ με το ίδιο πρόσχημα επί της ουσίας ζητά μείωση του κόστους των αποζημιώσεων, λέγοντας πως «η σύγκλιση του ύψους της αποζημίωσης σε περίπτωση τερματισμού των συμβάσεων θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη θέσπιση μιας μοναδικής ή ενιαίας σύμβασης».
Επιπλέον, προκειμένου να βρεθούν ακόμα πιο φτηνά εργατικά χέρια για τους επιχειρηματικούς ομίλους, προτείνει να αυξηθεί το ποσοστό των σπουδαστών που εργάζονται. Αναφέρει χαρακτηριστικά πως «προκειμένου να εξοικειωθούν καλύτερα οι σπουδαστές με την αγορά εργασίας, θα πρέπει, αφ' ενός, να εισαχθούν ή να αναπτυχθούν περαιτέρω ενότητες μαθημάτων εργασιακού χαρακτήρα στα προγράμματα Επαγγελματικής Εξάσκησης,Κατάρτισης και Μαθητείας και, αφ' ετέρου, να ενισχυθούν εκείνα τα μέτρα που θα καταστήσουν ευκολότερο για όλους τους σπουδαστές να αποκτήσουν εργασιακή πείρα. Στα εν λόγω μέτρα συγκαταλέγονται ενδεχομένως η εξάλειψη των εμποδίων που δυσχεραίνουν την πρόσληψη εργαζομένων μερικής απασχόλησης από τις επιχειρήσεις και πιθανώς η θέσπιση φορολογικών κινήτρων για την παρακίνηση των σπουδαστών να εργάζονται έως έναν ορισμένο αριθμό ωρών».
Στην πραγματικότητα, δηλαδή, ο ΟΟΣΑ όχι μόνο δεν προτείνει κάποια «εργαλειοθήκη» διαφορετική από εκείνη που προωθεί η ΕΕ, αλλά εμφανίζεται και ως ο παγκόσμιος «γκουρού» όλων των αντεργατικών μέτρων, μεταξύ αυτών και της απόλυτης ευελιξίας στην αγορά εργασίας.
Την ίδια στιγμή, όχι με λιγότερες δόσεις υποκρισίας που περιέχονται και στα κείμενα της ΕΕ, ενώ εκτιμά πως είναι δραματικές οι κοινωνικές επιπτώσεις από την κρίση, σημειώνοντας πως «οι οικογένειες περιέκοψαν επίσης τις βασικές δαπάνες τους, όπως δαπάνες διατροφής, διακυβεύοντας τη σημερινή και τη μελλοντική τους ευεξία...» αυτό που προτείνει είναι λίγα ψίχουλα στους πιο εξαθλιωμένους και τους πιο ευάλωτους, κρατώντας όμως όσο γίνεται χαμηλότερα τις κοινωνικές δαπάνες που πρέπει να υποτάσσονται στη δημοσιονομική σταθερότητα.
Χαρακτηριστικά αναφέρει πως «οι περικοπές των δαπανών για την Υγεία σήμερα δεν θα πρέπει να πυροδοτήσουν την αύξηση των αναγκών φροντίδας Υγείας στο μέλλον», δηλαδή μειώστε τις δαπάνες αλλά μην το κάνετε με τρόπο που στο μέλλον θα χρειάζονται πολλαπλάσιες δαπάνες επειδή οι περικοπές θα υπονομεύουν την υγεία των εργαζομένων, και συνεχίζει, λέγοντας ότι «η αποτελεσματικότερη στοχοθέτηση μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική εξοικονόμηση πόρων και να προστατεύσει παράλληλα τις ευάλωτες ομάδες. Οι μεταρρυθμίσεις του τομέα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, ιδίως, θα πρέπει να έχουν ως προτεραιότητα την προστασία των πιο ευάλωτων».Ολ'αυτά λένε:«φροντίστε να γλυτώνουν όσο γίνεται λιγώτεροι εξαθλιωμένοι από το θάνατο». Για τους υπόλοιπους εργαζόμενους που βρίσκονται λίγο πάνω από το όριο της φτώχειας έχει ο θεός!
Εμπνέει, μάλιστα, τέτοια αισιοδοξία ο ρόλος του ΟΟΣΑ και οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει που φτάνει όχι μόνο να αποδέχεται την παιδική εργασία, αλλά να ζητά μέτρα που θα κάνουν ακόμα πιο «λειτουργικό» και «αποτελεσματικό» το ρόλο της, δίνοντας οδηγίες του τύπου: «Ιδιαίτερα οι χώρες που επλήγησαν περισσότερο θα πρέπει να διασφαλίσουν την πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες για τα παιδιά και να αποτρέψουν τον αποκλεισμό από την αγορά εργασίας των νέων που εγκαταλείπουν το σχολείο». Αντί, δηλαδή, να προτείνει μέτρα που θα κρατήσουν όσο γίνεται περισσότερα παιδιά και εφήβους στο σχολείο, δουλεύει για ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα.
Με σαφή τρόπο ζητά τη μείωση επιδομάτων ανεργίας, καθώς αναφέρει «για παράδειγμα, μειώνοντας αξιόπιστα τις δαπάνες για τα επιδόματα κατά την ανάκαμψη και αναπροσανατολίζοντας τους πόρους από τα επιδόματα στις ενεργητικές πολιτικές για την αγορά εργασίας», επί της ουσίας εγκρίνει και επαυξάνει όλα εκείνα τα μέτρα σε βάρος των ανέργων, με τα οποία αφαιρούνται πόροι που προορίζονται για την προστασία τους για να ενισχυθούν οι επιχειρήσεις. Συνταγή, βεβαίως, που ευρέως χρησιμοποιείται στην ΕΕ, αλλά τυγχάνει και της θερμής αποδοχής και της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Από τη φαρέτρα των αντιλαϊκών μέτρων δε λείπουν και οι προτροπές για συνέχιση των αντιασφαλιστικών μέτρων, εκτιμώντας πως «οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, που άρχισαν να υλοποιούνται πριν από την κρίση είναι απαραίτητο να συνεχιστούν».
Στο φόντο όλων των παραπάνω δεν είναι τυχαίο που και η νέα συγκυβέρνηση κατέφυγε στον ΟΟΣΑ. Είναι ο κατάλληλος οργανισμός στον κατάλληλο ρόλο.