ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΕΕ : Διαπιστώνει την έξαρση του «ναρκω-τουρισμού» στην Ολλανδία
Είναι διαρκείς και συνεχόμενες τα τελευταία χρόνια οι ειδήσεις που αποκαλύπτουν την απάτη και την επικινδυνότητα του λεγόμενου «ολλανδικού πειράματος» στην πολιτική για τα ναρκωτικά. Πρόκειται για την πολιτική του διαχωρισμού των ναρκωτικών σε «μαλακά» και «σκληρά» και της αποποινικοποίησης της χρήσης των λεγόμενων «μαλακών», που οι θιασώτες της και στη χώρα μας την προπαγανδίζουν ως λύση απέναντι στην εξάπλωση της χρήσης και στο παράνομο εμπόριο. Η Ολλανδία όμως τους διαψεύδει, έχοντας μετατραπεί σε κέντρο διεθνούς εμπορίου ναρκωτικών.
Πρόσφατα, ο Δήμος του Μάαστριχτ αποφάσισε να επιτρέπει την πρόσβαση στα coffee shops (χώροι που πωλούνται προϊόντα κάνναβης και επιτρέπεται η χρήση της) μόνο σε ημεδαπούς «προς αντιμετώπιση των οχλήσεων που προκαλεί η σημαντική και διαρκώς αυξανόμενη προσέλευση ναρκω-τουριστών». Ενας από τους ιδιοκτήτες coffee shop στο Μάαστριχτ στράφηκε στο ΣτΕ των Κάτω Χωρών, διαμαρτυρόμενος για την απόφαση του δήμου να κλείσει προσωρινώς το μαγαζί του, αφού μετά από έλεγχο της αστυνομίας «διαπιστώθηκε ότι γίνονταν δεκτοί πολίτες της Ενωσης (σ.σ. ΕΕ) μη κατοικούντες στις Κάτω Χώρες». Το ΣτΕ των Κάτω Χωρών απευθύνθηκε στο Δικαστήριο της ΕΕ και ο γενικός εισαγγελέας της ΕΕ Yves Bot στη σχετική του απάντηση διαπιστώνει ότι «η πώληση τέτοιων ναρκωτικών, μολονότι γίνεται ανεκτή στα coffee shops, παραμένει δραστηριότητα απαγορευόμενη σε όλα τα κράτη - μέλη» και στηρίζει το μέτρο που έλαβε ο Δήμος του Μάαστριχτ. Πρακτικά, λόγω της εκρηκτικής κατάστασης που έχει δημιουργηθεί, ακόμα και ο εισαγγελέας της ΕΕ αναγκάζεται να εκτιμήσει ότι «ο ναρκω-τουρισμός συνιστά υπαρκτή και αρκούντως σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη στο Μάαστριχτ, ο αποκλεισμός της προσβάσεως κατοίκων αλλοδαπής στα coffee shops συνιστά μέτρο αναγκαίο για την προστασία των κατοίκων του δήμου από τις οχλήσεις που προκαλεί το φαινόμενο αυτό». Παράλληλα ομολογείται στο όνομα της ...δημόσιας ασφάλειας της ΕΕ ότι «ο ναρκω-τουρισμός υποθάλπει τη διεθνή εμπορία ναρκωτικών και ενισχύει οργανωμένες εγκληματικές δραστηριότητες».
Υπενθυμίζεται ότι η Ολλανδία έχει αναδειχθεί σε πραγματικό χρυσωρυχείο συναλλάγματος, με την πώληση μαριχουάνας και χασίς να αποφέρει περίπου 3 δισεκατομμύρια δολάρια. Η τοξικομανία όχι μόνο δε μειώθηκε, αλλά πήρε εκρηκτικές διαστάσεις. Ηδη τα τελευταία χρόνια οι αρμόδιες αρχές εξετάζουν ακόμα και το ενδεχόμενο κατάργησης του λεγόμενου «ολλανδικού μοντέλου». Τα περιβόητα coffee shops λειτουργούν από το 1976, με απόφαση της ολλανδικής κυβέρνησης να θεωρήσει τα εγκλήματα που σχετίζονται με τη χρήση και την εμπορία της κάνναβης ως «χαμηλής προτεραιότητας». Οι αρχές επέτρεψαν σε μια σειρά «καφέ» να εμπορεύονται ποσότητες ανά χρήστη, αρχικά μέχρι 30 γραμμάρια. Από το 1996, το ανώτερο επιτρεπόμενο όριο εμπορίας ανά «πελάτη» μειώθηκε στα 5 γραμμάρια. Τυπικά και μόνο απαγορεύεται η πώληση κάνναβης σε ανήλικους και η πώληση άλλων ναρκωτικών (είναι γνωστό ότι πωλούνται παραισθησιογόνα μανιτάρια, LSD, ενώ στους δρόμους γύρω από τα συγκεκριμένα μαγαζιά ανθεί το παράνομο εμπόριο κάθε ναρκωτικής ουσίας).
Το «ολλανδικό μοντέλο» αποτελεί μια αρνητική απάντηση σε αυτούς που ισχυρίζονται ότι η αποποινικοποίηση θα μειώσει τη χρήση και την εγκληματικότητα. Ανάλογα αποτελέσματα σημειώθηκαν και με το πάρκο της Ζυρίχης στην Ελβετία (όπου γινόταν ελεύθερη χρήση ηρωίνης, η οποία διανεμόταν από το κράτος), το οποίο οι Αρχές αναγκάστηκαν τελικά να κλείσουν, καθώς και στο Λίβερπουλ της Αγγλίας, όπου οργανώθηκαν προγράμματα δωρεάν χορήγησης ηρωίνης στα νοσοκομεία, χωρίς φυσικά θετικά αποτελέσματα.