ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΜΕ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ – ΙΘΑΚΗΣ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΣΥΝΕΔΡΙΑΚΗ ΓΣ ΤΗΣ ΟΛΜΕ
- «ΥΠΕΡΨΗΦΙΖΟΥΜΕ» ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΔΡΟΜΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ: ΛΑΪΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΓΙΑ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΕ ΟΦΕΛΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ.
- «ΥΠΕΡΨΗΦΙΖΟΥΜΕ» ΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΤΑΞΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ, ΤΗ ΣΥΣΤΡΑΤΕΥΣΗ ΜΕ ΤΟ ΠΑΜΕ
- ΚΑΤΑΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΤΟΝ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΟΛΜΕ
Η ΕΛΜΕ Κεφαλονιάς – Ιθάκης θεωρεί ότι με αφορμή τα ζητήματα του απολογισμού του ΔΣ της ΟΛΜΕ και του προγραμματισμού για την επόμενη σχολική χρονιά που θα συζητηθούν στη μετασυνεδριακή ΓΣ του κλάδου στην Αθήνα, απαιτείται να τεθεί το δάχτυλο επί «τον τύπο των ήλων» της γραμμής του συνδικαλιστικού κινήματος. Οι συνάδελφοι διαπιστώνουν πως το «θεσμικό» συνδικαλιστικό κίνημα στους καθηγητές, με επικεφαλής την ΟΛΜΕ, βρέθηκε ανέτοιμο από άποψη κατεύθυνσης για να αντιμετωπίσει την στρατηγική του κεφαλαίου για την εκπαίδευση, τις αναδιαρθρώσεις που επιβάλλονται στη δομή και το περιεχόμενο του σχολείου καθώς και στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών. Κυρίως, ενώ η συνολική αντεργατική – αντιλαϊκή θύελλα ήταν προβλέψιμη και, συνακόλουθα, ήταν απαραίτητη η γραμμή της ταξικής ενότητας δημόσιου – ιδιωτικού τομέα, η συμβολή στην οικοδόμηση ενός μετώπου των δυνάμεων της εργασίας, ακολουθήθηκε η γραμμή του επιμέρους, του «ιδιαίτερου», του δήθεν εφικτού και ρεαλιστικού. Στην πράξη οι μεγαλοστομίες για ανεβασμένες μορφές κλαδικού αγώνα έδωσαν θέση στην ακινητοποίηση καλλιεργώντας την ηττοπάθεια. Ακόμη και η κατεύθυνση για κοινή δράση ΟΛΜΕ – ΔΟΕ (παλιότερα και ΠΟΣΔΕΠ) αποδείχθηκε «φρούδα ελπίδα».
Οι πολιτικές και συνδικαλιστικές δυνάμεις που κυριαρχούν στο συσχετισμό δύναμης μέσα στους εκπαιδευτικούς καλλιέργησαν για χρόνια τη λογική του «ξεχωριστού». Ενός κλάδου με «ιδιαίτερη» αποστολή, που χρειαζόταν «ιδιαίτερα» επιδόματα, που δεν θα τρανταζόταν από τις όποιες αλλαγές εργασιακές - ασφαλιστικές στον ιδιωτικό τομέα ή που δεν είχε σχέση με όσα μόλις πρότινος προηγήθηκαν στις ΔΕΚΟ. Η ηγεσία της ΟΛΜΕ αξιοποίησε οπορτουνιστικές και ρεφορμιστικές απόψεις που βρήκαν πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης στο πλαίσιο του ΚΕΜΕΤΕ, αλλά και απόψεις μιας μερίδας Πανεπιστημιακών που συνέδραμαν στις αναλύσεις της Ομοσπονδίας. Μια σειρά θέσεις (αποκέντρωση, διαθεματικότητα, ευέλικτες ζώνες, ζώνες εκπαιδευτικής προτεραιότητας κ.ο.κ.), όλες οι πολιτικές για το «νέο σχολείο» που σήμερα επιβάλλονται από την κυβέρνηση, είναι «εξευγενισμένες» θέσεις της ΟΛΜΕ. Ακόμη και η αξιολόγηση προβλήθηκε μόνο ως χειραγώγηση και όχι σαν βασικός μοχλός των αναδιαρθρώσεων. Δεν ξεχνάμε το «ευχαριστώ» της Διαμαντοπούλου για τη συνεισφορά της Ομοσπονδίας στην εκπαιδευτική πολιτική που εφαρμόζεται.
Η ΟΛΜΕ μετείχε και μετέχει στην Ευρωπαϊκή Εκπαιδευτική Ομοσπονδία που έχει προμετωπίδα τη σημασία της «επένδυσης» στην εκπαίδευση και τον εκπαιδευτικό, σαν στοιχεία της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Παρότι, ποτέ το σύνθημα αυτό δεν έγινε κυρίαρχο στη χώρα μας, οι στόχοι και τα αιτήματα που ψηφίστηκαν από το 13ο συνέδριο και που επαναλήφθηκαν στο 14ο συνέδριο ήταν σε αυτήν την κατεύθυνση. Το σύνθημα του 5% του ΑΕΠ για την παιδεία εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο το ΝΑΙ στις ανταγωνιστικές δημόσιες – ιδιωτικές επενδύσεις στο χώρο αυτό. Ουσιαστικά τα αιτήματα της 12χρονης εκπαίδευσης αλλά όχι του ενιαίου σχολείου, η διατήρηση του διαχωρισμού γενικής – τεχνικής παιδείας κ.ο.κ., «δένουν» απόλυτα με την κυρίαρχη πολιτική. Διότι, είναι απόλυτα συνδεδεμένη η επένδυση στην επιχειρηματική –- ανταγωνιστική παιδεία, που λειτουργεί είτε ιδιωτικά είτε με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, με την απεμπόληση του ενιαίου 12χρονου σχολείου και την υιοθέτηση της κατηγοριοποίησης σχολείων - μαθητών και εκπαιδευτικών. Αυτή η πολιτική έχει εφαρμοστεί και θα συνεχίσει να εφαρμόζεται τόσο από το ΠΑΣΟΚ όσο και από τη ΝΔ. Είναι μια πολιτική που στηρίζεται αναφανδόν από το ΛΑΟΣ. Είναι μια πολιτική που απορρέει από τις «ελευθερίες» του Μάαστριχτ που υπερψήφισαν όλες οι δυνάμεις του ευρωμονόδρομου.
Το ερώτημα που μπαίνει είναι:
Γιατί ενώ σε ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ η γραμμή του συμβιβασμού, με αντίστοιχα αιτήματα, έχει οδηγήσει σε πλατύτερο ξεσκέπασμά τους στους εργαζόμενους η ΟΛΜΕ κατορθώνει να διατηρεί ένα προφίλ διαφορετικό και μάλιστα ένα προφίλ «αγωνιστικής αμφισβήτησης»; Η δομή, η συγκρότηση και η λειτουργία της Ομοσπονδίας αλλά και των ΕΛΜΕ (Γενικές Συνελεύσεις ΕΛΜΕ, Γενικές Συνελεύσεις Προέδρων, τακτική λειτουργία ΔΣ κ.λ.π.), δεν μπορεί να αποτελέσει την εξήγηση όπως την δίνουν μια σειρά δυνάμεις στο πλαίσιο της ΟΛΜΕ, που μάλιστα βλέπουν το πρόβλημα στην καλύτερη λειτουργία του ΔΣ κ.λ.π. Ξέρουμε πως αυτό αποτελεί «αιχμή» ενάντια στην ταχτική του ΠΑΜΕ στο πλαίσιο της ΟΛΜΕ. Επιπλέον, πρέπει να τονιστεί ότι η όποια δημοκρατική λειτουργία στη βάση όχι μόνο δεν οφείλεται σε κατεύθυνση της «κορυφής» αλλά και ότι από τη μεριά των εκάστοτε πλειοψηφιών στο ΔΣ ο προσανατολισμός έχει «μετατεθεί» σε άλλους είδους δράσεις (π.χ. μελέτες – έρευνες, διαβήματα ΔΣ για επιμέρους προβλήματα), με όρους που «αβαντάρουν» την κυρίαρχη πολιτική. Η ΕΛΜΕ-ΚΙ θεωρεί πως η απάντηση που πρέπει να δώσουμε έχει να κάνει κυρίως με το γεγονός ότι οι ισχυρές δυνάμεις του οπορτουνισμού στο χώρο της εκπαίδευσης «θολώνουν τα νερά». Επιλέγουν τη σταθερή στρατηγική συμμαχία σαν κομμάτι της πλειοψηφίας με τις δυνάμεις του δικομματισμού στο ΔΣ και ερμηνεύουν από τα αριστερά την πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Γίνονται με τον τρόπο αυτό ο δούρειος ίππος για τον εγκλωβισμό μαζών στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο του κινήματος, που πολλές φορές θεοποίησαν, κατηγορώντας το ΠΑΜΕ για διασπαστική ταχτική. Η αμηχανία των δυνάμεων αυτών απέναντι στην απεργία στις 17 Δεκέμβρη είναι ενδεικτική. Οι οπορτουνιστές έχουν την ιδιαίτερη ευθύνη πως εξωράισαν την ΟΛΜΕ καλλιεργώντας την αναμονή «από τα πάνω», εμμένοντας στο κλαδικό, μπαίνοντας εμπόδιο στη χειραφέτηση ευρύτερων τμημάτων του κλάδου.
Μιλούσαν για διασπαστική ταχτική του ΠΑΜΕ και μέχρι την ύστατη στιγμή στο προηγούμενο συνέδριο αναρωτιόνταν αν πρέπει να είναι οργανωμένοι οι ωρομίσθιοι και έκαναν ότι ήταν δυνατόν να μην αποσαφηνιστεί ρητά ότι και οι ωρομίσθιοι της πρόσθετης / ενισχυτικής αποτελούν μέλη της Ομοσπονδίας. Μάχονταν το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα για «υπονόμευση της ενότητας» και την ίδια στιγμή διατηρούσαν στα αιτήματα την αφαίρεση του ορίου ηλικίας, που «πετάει» έξω νεοδιόριστους και ωρομισθίους και φευ, τώρα πια, όχι μόνο αυτούς. Λειτούργησαν ή όχι έτσι οι πλειοψηφίες αυτές σαν «εργατική αριστοκρατία», σπέρνοντας την αυταπάτη ότι τα «κατοχυρωμένα για τους μόνιμους δεν θίγονται»; Και τώρα που όλα κατακρεουργούνται, για «νέους» και «παλιούς» δεν πρέπει να απολογηθούν;
Με βάση τα προηγούμενα εκτιμούμε ότι η ΟΛΜΕ έβαλε πλάτη στον αφοπλισμό του κινήματος, είναι μέρος της κρισιακής κατάστασης στο κίνημα και όχι παράγοντας για την υπέρβασή της. Οι ευθύνες των πλειοψηφιών του ΔΣ (κατά περίπτωση ΔΑΚΕ – ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ – ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ή ΠΑΣΚΕ – ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ – ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ), είναι ιστορικές διότι, ενώ ήταν δυνατή η σωστή εκτίμηση της συγκυρίας, η προετοιμασία του κινήματος, η ταχτική πλατιά ταξικής ενότητας όλων των εκπαιδευτικών ανεξάρτητα από εργασιακές σχέσεις, η δράση σαν μέρος του λαϊκού κινήματος, οι πλειοψηφίες αυτές κινήθηκαν σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση.
Η ΕΛΜΕ-ΚΙ εκτιμά ότι η ύπαρξη και η δράση του ΠΑΜΕ είναι η μεγαλύτερη κατάκτηση στα χέρια της εργατικής τάξης. Είναι η δύναμη που έχει τη δυνατότητα, με τις θέσεις αρχών και την αγωνιστική τακτική του, να οργανώσει τη σύγκρουση με τον αντίπαλο. Είναι η δύναμη που μπορεί να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά της συναίνεσης, δηλαδή της ταξικής συνεργασίας. Είναι η δύναμη που μπορεί να ενώσει όλους τους εργαζόμενους, απαντώντας στην πολυδιάσπαση. Είναι η δύναμη που μπορεί να εμπνεύσει. Είναι, τέλος, και αυτό είναι πολύ σημαντικό, η μόνη δύναμη που μπορεί να κάνει την εκπαίδευση υπόθεση της λαϊκής πάλης. Επομένως, είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να δώσει δύναμη στους εκπαιδευτικούς για μόνιμες σταθερές εργασιακές σχέσεις που θα υπηρετούν το σχολείο της λαϊκής παιδείας.
Δεν είναι τυχαίο ότι παρά το σχετικά περιορισμένο των δυνάμεων του ΠΑΜΕ στους εκπαιδευτικούς οι προτάσεις του είχαν ευρεία απήχηση. Ούτε είναι τυχαίο ότι ακόμη και η ίδια η ΟΛΜΕ προσέτρεξε να κάνει πρόσφατα δικό της κτήμα πρακτικές που έχουν να κάνουν με τη λογική της ρήξης και της ανυπακοής (30άρια, αυτοαξιολόγηση κ.λ.π.). Ούτε είναι τυχαίο ακόμη πως η Ομοσπονδία ήταν αναγκασμένη διαρκώς να αναφέρεται σε αγώνες και ταυτόχρονα να υπαναχωρεί. Ασφαλώς δεν είναι μόνο το ΠΑΜΕ, είναι και χιλιάδες άλλοι συνάδελφοι στους οποίους «λογοδοτεί» με τακτική η Ομοσπονδία. Μόνο που σήμερα, στον καιρό του πολέμου, ο καθένας διαλέγει στρατόπεδο. «Τρίτος δρόμος» δεν υπάρχει… Και η ΟΛΜΕ τοποθετήθηκε ουσιαστικά και ανεξάρτητα από υποκειμενικές ερμηνείες ενάντια στα συμφέροντα του κλάδου.
Επί μέρους συμπόρευση – συντονισμός σωματείων μπορεί να ήταν καλά χθες, σήμερα όμως δεν πρέπει κανείς και καμία να λείψει από το ΠΑΜΕ της εργατιάς, από το μέτωπο της ρήξης. Κανένας κλάδος δεν θα σωθεί ξεχωριστά: ή θα σωθούμε όλοι ή θα πτωχεύσουμε όλοι οι εργαζόμενοι. Και για να μην πτωχεύσουμε εμείς προϋπόθεση είναι ο πλούτος να γίνει λαϊκή – κοινωνική ιδιοκτησία. Με άλλα λόγια για να σωθεί ο λαός πρέπει να πάψει να υπάρχει πλουτοκρατία.
Και για να υπάρξει λαϊκή παιδεία στο εποικοδόμημα πρέπει να υπάρξει κοινωνικοποίηση των βασικών και συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής στην οικονομική βάση. Μόνο μια λαϊκή οικονομία απαιτεί σήμερα ολόπλευρη και ενιαία για όλους τους νέους ανθρώπους μόρφωση. Μόρφωση μέσα από ένα πολυτεχνικό σχολείο, με βάση τη διαλεκτική υλιστική επιστημονική μέθοδο. Μόνο μια λαϊκή οικονομία διαμορφώνει την ανάγκη για δουλειά όλων με δικαιώματα, μέσα από μεταλυκειακές επαγγελματικές σχολές ή μέσα από μια ενιαία ανώτατη εκπαίδευση. Μόνο μια λαϊκή οικονομία απαιτεί εκπαιδευτικό λειτουργό – καθοδηγητή και όχι διαμεσολαβητή σε υποκειμενικές εκδοχές της «αλήθειας».
Οι στόχοι για αποκλειστικά μόνιμη σταθερή δουλειά, με υψηλές αποδοχές, με ουσιαστική επιμόρφωση και ελεύθερο χρόνο αφορούν όλο το λαό. Λαϊκή υπόθεση είναι και το αποκλειστικά δημόσιο δωρεάν σχολείο. Χωρίς καμία επιχειρηματική δράση στον τομέα αυτό, όπως και στους τομείς της υγείας, της πρόνοιας, του αθλητισμού κ.λ.π. Γι’ αυτό η συγκέντρωση ενιαία των δυνάμεων της παιδείας πρέπει να αποκτήσει πραγματική κλαδική (κατ’ αρχήν) βάση. Δάσκαλοι – καθηγητές, ανεξάρτητα από εργασιακή σχέση, δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης σε ένα σωματείο κατά Νομό. Με ανοιχτή την προοπτική όλοι οι εργαζόμενοι (διοικητικοί, επιστάτες, φύλακες, καθαρίστριες κ.ο.κ.) να ενταχθούν στο κλαδικό σωματείο. Τα παχιά λόγια για συνεργασία ΟΛΜΕ – ΔΟΕ στην κορυφή, ενέχουν τον κίνδυνο της διαμόρφωσης μια μικρής ΑΔΕΔΥ, αποκομμένης από την βάση του κλάδου. «Μαγαζάκι» της συνδικαλιστικής εκπαιδευτικής γραφειοκρατίας. Μακριά από τις αναγκαιότητες του σήμερα. Προφανώς, από αυτές τις θέσεις, η ΕΛΜΕ-ΚΙ είναι αντίθετη σε κάθε συντεχνιακή – τοπικιστική πρακτική οπισθοχώρησης στη διάρθρωση του συνδικαλιστικού κινήματος, όπως συμβαίνει με την προσπάθεια νομιμοποίησης από την ΟΛΜΕ διασπαστικής ΕΛΜΕ στον Κορυδαλλό.
Τελικά, αν σήμερα αναφερόμαστε και διεκδικούμε ένα σχολείο και έναν εκπαιδευτικό που διαμορφώνουν οι σύγχρονες ανάγκες του λαού και όχι των επιχειρηματιών, πρέπει να ενισχύσουμε συνολικά τη γραμμή της πάλης για λαϊκή εξουσία. Για την πολιτική προϋπόθεση εφαρμογής όλων όσων αναφέρουμε. Η λαϊκή εξουσία – οικονομία είναι υπόθεση και του συνδικαλιστικού κινήματος. Για μια τέτοια πολιτικοποίηση πρέπει να δουλέψουμε. Μια πολιτικοποίηση που θα βάλει ευθέως ενάντια στην πολιτική και την εξουσία των μονοπωλίων, τρομοκρατώντας τους τρομοκράτες μας και χτίζοντας γερά θεμέλια με τους κοινωνικούς – πολιτικούς μας συμμάχους.
Είναι προφανές ότι στη βάση αυτής της κατεύθυνσης απορρίπτουμε τη γραμμή στην οποία κινήθηκε η ΟΛΜΕ και στην οποία θέλει εξουσιοδότηση για να συνεχίζει να κινείται. Καταψηφίζουμε και τον απολογισμό και τον προγραμματισμό, από τη σκοπιά όσων εκθέσαμε προηγούμενα. Καταψηφίζουμε με ιδιαίτερη έμφαση τον απολογισμό του ΚΕΜΕΤΕ. Καταψηφίζουμε τον οικονομικό απολογισμό γιατί χρηματοδότησε αυτήν τη γραμμή. Και μόνο το γεγονός ότι την ώρα που νέες αντιασφαλιστικές – αντεργατικές επιθέσεις εκδηλώνονται μεσούντος του θέρους η ΟΛΜΕ προγραμματίζει για τη νέα χρονιά, το Σεπτέμβρη, λες και αυτά δεν την αφορούν, επιβεβαιώνει την επιλογή μας. Το δε «άδειασμα» του κλάδου από το ΔΣ της ΟΛΜΕ, στο ζήτημα της αποχής στα βαθμολογικά κέντρα αναδεικνύει ως ανάγκη επιτακτική τη συμπόρευση των εκπαιδευτικών με το ΠΑΜΕ.
(Εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία από το ΔΣ της ΕΛΜΕ-ΚΙ, στην Πράξη 16/22-6-2010, στην οποία η μετασυνεδριακή της ΟΛΜΕ είχε τεθεί σαν πρώτο θέμα της ημερήσιας διάταξης)
Το Διοικητικό Συμβούλιο