ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΚΑΙ ΑΓΓΛΙΚΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ. Τίποτα το θετικό δεν προμηνύουν...
Το «νέο σχολείο» που θέλει να οικοδομήσει η κυβέρνηση, με υλικά παρμένα από τις οδηγίες των μονοπωλίων και τις υποδείξεις των διεθνών ιμπεριαλιστικών κέντρων, ανακοίνωσε πριν λίγες μέρες η υπουργός Παιδείας. Ανάμεσα σε άλλα «καινοτόμα», προβλέπεται ότι από το Σεπτέμβρη του 2010 ξεκινά πιλοτικό πρόγραμμα εκμάθησης αγγλικής γλώσσας σε 800 δημοτικά, ώστε η αποφοίτηση από το Δημοτικό να συνδέεται με πιστοποίηση Α2 ή Β1 και αύξηση των ωρών παρακολούθησης σε 10θέσια, 11θέσια και 12θέσια δημοτικά σχολεία. Σε σχολεία της πρωτοβάθμιας, στο πλαίσιο της εισαγωγής των νέων τεχνολογιών, ξεκινά πιλοτικά η χρήση διαδραστικού πίνακα και δικτύων υπολογιστών σε δημοτικά, ψηφιοποίηση του εκπαιδευτικού υλικού κ.λπ.
Με δεδομένη την προσήλωση στην πολιτική που θέλει το σχολείο να παρέχει δεξιότητες, αντί να εξασφαλιστεί πρώτα και κύρια η λαϊκή ανάγκη για ένα σχολείο που θα μορφώνει ολόπλευρα ΟΛΑ τα παιδιά μέχρι τα 18 τους χρόνια, εξαγγέλλονται μέτρα που υλοποιούν τη στρατηγική του κεφαλαίου, διατηρώντας τους ταξικούς φραγμούς και ενισχύοντας το ρόλο της εκπαίδευσης σαν μηχανισμού αναπαραγωγής του εκμεταλλευτικού συστήματος.
Αυτός είναι και ο λόγος που βάζουν τα παιδιά, από πιο νωρίς, να διδαχτούν επιπλέον ώρες την αγγλική γλώσσα. Στο σχολείο των δεξιοτήτων, τόσο η διδασκαλία της ξένης, όσο και της μητρικής γλώσσας υποβαθμίζονται για στενά καθημερινή επικοινωνιακή χρήση, τη στιγμή που η γλώσσα είναι πρώτα και κύρια εργαλείο σκέψης και κατανόησης. Επιπλέον, οι μικροί μαθητές που καλά καλά δεν έχουν μάθει τη μητρική τους γλώσσα, καλούνται να «μάθουν» να σκέφτονται σε ξένη γλώσσα, στο όνομα της απόκτησης δεξιοτήτων από νωρίς. Το αποτέλεσμα βέβαια είναι η καλλιέργεια σύγχυσης, το φόρτωμα του προγράμματος του παιδιού και τελικά η ημιμάθεια ...
Την ίδια στιγμή, προβάλλεται μονοδιάστατα η χρήση των νέων τεχνολογιών, προκειμένου να εγκατασταθεί στις συνειδήσεις γονιών και μαθητών ότι η χρήση της τεχνολογίας είναι ούτε λίγο ούτε πολύ ... συνώνυμο της μόρφωσης. Η υπερ-προβολή αυτή αγνοεί τον προβληματισμό που έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια για το ποια είναι τελικά τα οφέλη από τη χρήση του υπολογιστή στην εκπαίδευση. Είναι ενδεικτικά τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποίησε το 2004 το Πανεπιστήμιο του Μονάχου σε ένα καθόλα υπολογίσιμο δείγμα 175.000 μαθητών από 31 χώρες για τη χρήση υπολογιστή. Από αυτήν προέκυπτε ανάμεσα σε άλλα ότι όσοι χρησιμοποιούσαν αρκετές ώρες τη βδομάδα υπολογιστή στο σχολείο παρατήρησαν τις σχολικές επιδόσεις τους να μειώνονται σημαντικά. Επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, υποστηρίζοντας ότι η αλόγιστη χρήση υπολογιστή από μικρή ηλικία καταπονεί και σωματικά το παιδί (π.χ. όραση), ενώ η έτοιμη «γνώση» που προσφέρει ο υπολογιστής μαθαίνει το παιδί να περιφρονεί τον προφορικό λόγο, τη γραφή, την καλλιτεχνική δημιουργία ...
Οταν το παιδί καλείται στο σχολείο να γνωρίσει τον κόσμο μέσα από μία οθόνη, δεν μπορεί αργότερα ούτε να τον καταλάβει ούτε να διεκδικήσει τη θέση του σ 'αυτό. Αντίθετα, δέχεται έναν καταιγισμό αμφίβολης προέλευσης πληροφοριών, η διαχείριση των οποίων προϋποθέτει ένα υπόβαθρο στέρεας γνώσης, κάτι που στην ηλικία των πρώτων τάξεων του δημοτικού δεν έχει κατακτηθεί.
Το σίγουρο είναι ότι αυτή εξέλιξη δίνει λόγο στα μονοπώλια και τις αγορές να πανηγυρίζουν ...